Ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός υπήρξε η
πλέον λαμπρή μορφή του Γένους κατά την Τουρκοκρατία. Θα ανέμενε κάποιος
να τιμάται η μνήμη του από την Πολιτεία κατά τρόπο λαμπρό και
πανηγυρικό. Δυστυχώς όμως η τιμή περιορίζεται σ’ αυτή που του αποδίδει ο
λαός δια μέσου της Εκκλησίας. Δεν είναι εντυπωσιακή η ολιγωρία της
Πολιτείας, αν λάβουμε υπ’ όψη ότι αυτή δεν αξιώθηκε ακόμη να πραγματώσει
το τάμα του Γένους.
Γιατί η Πολιτεία δια των
πανεπιστημιακών και λοιπών εκπαιδευτικών κύκλων δεν τιμά τον άγιο Κοσμά;
Η απάντηση είναι απλή: Ο άγιος αντιπροσωπεύει έναν χώρο, την Εκκλησία,
τον οποίο η Πολιτεία αντιμάχεται συνεπικουρούμενη ακόμη και από πρόσωπα
της ίδιας της Εκκλησίας! Η Πολιτεία είναι της Δύσης γέννημα, αφού αυτή
τελικά προσέφερε την ελευθερία στη χώρα μας, και θρέμμα, αφού επέβαλε σ’
αυτήν τους θεσμούς της.
Ο άγιος Κοσμάς υπήρξε ο κατ’
εξοχήν φωτιστής των σκλαβωμένων! Ο ίδιος μήνες προ του μαρτυρικού του
θανάτου κάνει τον απολογισμό του εκπαιδευτικού του έργου σε επιστολή του
προς τον αδελφό του Χρύσανθο, δάσκαλο. «Έως τριάντα επαρχίας περιήλθον,
δέκα σχολεία ελληνικά εποίησα, διακόσια δια κοινά Γράμματα, του Κυρίου
συνεργούντος και τον λόγον μου βεβαιούντος δια τινών επακολουθησάντων
σημείων πλην δόξα τω λέγοντι, η γαρ δύναμίς μου εν ασθενία τελειούται».
Το έργο είναι θαυμαστό τόσο ποιοτικά όσο και ποσοτικά και ασύγκριτο προς
το αντίστοιχο του οποιουδήποτε άλλου δασκάλου του Γένους.
Οι οπαδοί του δυτικού «διαφωτισμού» στους ακαδημαϊκούς
κύκλους, η συντριπτική πλειοψηφία δηλαδή, περιορίζονται σε σύντομη
αναφορά στο πρόσωπο του αγίου, τον οποίο καλούν, «ίνα μη μιανθώσιν»,
πατρο-Κοσμά κατατάσσοντάς τον στη χωρία των Ελλήνων διαφωτιστών (εδώ
χρησιμοποιώ τη λέξη χωρίς εισαγωγικά). Βέβαια οι ακαδημαϊκοί
χρησιμοποιούν τον όρο με περιεχόμενο σαφώς διακριτό απ’ εκείνο της
Εκκλησίας, που συνήθως χρησιμοποιεί τον όρο φωτιστής. Βλέπουν το σχολείο
ως γνωσικεντρικό, κατά τα πρότυπα της Εσπερίας μηδέ των εκεί θεολογικών
χώρων εξαιρουμένων. Ο άγιος έβλεπε το σχολείο πολύ διαφορετικά απ’ ότι
οι «διαφωτιστές». Εξηγούσε στους απλούς ακροατές των κηρυγμάτων του,
γιατί έπρεπε να ιδρύουν σχολεία με τα ακόλουθα, όπως σώζονται στις
διδαχές του: «Την αγάπην, επειδή δεν την ηξεύρετε, πρέπει παιδία μου, να
στερεώνετε σχολεία, διατί πάντα εις τα σχολεία γυμνάζονται οι άνθρωποι
και ηξεύρουν και μανθάνουν το τι εστι Θεός, το τι είναι οι άγιοι
Άγγελοι, τι είναι οι καταραμένοι δαίμονες και το τι είναι η αρετή των
δικαίων. Το σχολείον φωτίζει τους ανθρώπους. Ανοίγουν τα ομμάτια των
ευσεβών και ορθοδόξων χριστιανών να μανθάνουν τα μυστήρια».
Τονίζουμε τη θλιβερή διαπίστωση του αγίου ότι οι ακροατές του δεν
ήξευραν την αγάπη. Τους παρακινούσε γι’ αυτό να ιδρύσουν σχολεία, ώστε
σ’ αυτά να διδαχθούν για τον Θεό, Ο Οποίος είναι αγάπη (Α΄ Ιωάννου Δ΄
16). Τί σχέση έχουν τα λόγια της διδαχής με το πρότυπο του σχολείου των
«διαφωτιστών»; Αυτοί φαίνεται ότι προβάλλουν την αξία της γνώσης υπέρ
την αγάπη. Παράλληλα ψεύδονται συκοφαντώντας την Εκκλησία ως εχθρό της
φυσικής γνώσης, της μόνης για την οποία δήθεν ενδιαφέρονται, ενώ
ασυστόλως προπαγανδίζουν δια του «διαφωτιστικού» σχολείου τον υλισμό
(αθεΐα), την ιδεολογία τους δηλαδή. Το σχολείο της εποχής μας εξέπεσε
στην έσχατη κατάντια, καθώς δεν διδάσκει την αρετή. Από γνωσικεντρικό
κατολίσθησε σε άκρως χρησιμοθηρικό, στο οποίο οι μαθητές δεν αμιλλώνται
κατά τα πρότυπα των προγόνων μας, αλλά γυμνάζονται, προκειμένου να
εξοικειωθούν με την άκρως ανταγωνιστική και βάρβαρη κοινωνία, στην οποία
κυριαρχούν τα ιδεολογήματά των αστών, πρώτων οπαδών του «διαφωτισμού»,
πού επικουρούνται από αρκετούς μαρξιστές, υποτιθέμενους
κοινωνικοπολιτικούς τους αντιπάλους, και ενδοτικούς θρησκευτικούς
ηγέτες, οι οποίοι τηρούν επτασφράγιστες τις επικίνδυνες για το σύστημα
διδαχές του Ευαγγελίου.
Οι «διαφωτιστές» έχουν σε
μεγαλύτερη εκτίμηση τον Ευγένιο Βούλγαρη απ’ ότι τον άγιο Κοσμά. Ο
πρώτος υπήρξε δάσκαλος του δευτέρου για διάστημα στην Αθωνιάδα σχολή.
Ήταν σπουδασμένος στη Δύση πολύξερος και εισηγητής της διδασκαλίας των
θετικών επιστημών στους μαθητές των σχολείων του σκλαβωμένου Γένους.
Αυτός και αρκετοί άλλοι δάσκαλοι του Γένους συνέγραψαν ή μετέφρασαν
βιβλία θετικών επιστημών και εκτύπωσαν αυτά. Αγνοούν οι «διαφωτιστές»
όλους αυτούς, που υπήρξαν σε σημαντικό αριθμό και κληρικοί , όταν
σπεύδουν να καταγγείλουν κάποιους πατριάρχες που εκφράστηκαν κατά του
«διαφωτισμού». Στην ουσία δεν καταγγέλλουν μόνον αυτούς ως εχθρούς της
γνώσης, αλλά την Εκκλησία! Αποκρύπτουν την ανάλυση των κινήτρων.
Προσποιούνται πως δεν αντιλαμβάνονται την ανησυχία τους και την αγωνία
τους ακόμη για τη διασπορά της αθεΐας με πρόσχημα την προσφορά
επιστημονικής γνώσης! Αλλά ο υλισμός δεν είναι επιστημονική γνώση είναι
αντίθεη φιλοσοφία! Το διαπίστωσε αυτό κάπως καθυστερημένα και ο Ευγένιος
Βούλγαρης, γι’ αυτό και δέχεται τα πυρά των «διαφωτιστών», επειδή
υποχώρησε από τις αρχικές του θέσεις σε συντηρητικότερες. Αλλά ο
Βούλγαρης και όλοι οι άλλοι δάσκαλοι του Γένους δεν είχαν λόγους να
ασπαστούν τον υλισμό, όπως έπραξαν πολλοί διανοούμενοι στη Δύση,
λαβόντες ως αφορμή τις αθλιότητες των εκπροσώπων του δυτικού
χριστιανισμού. Μετρίασε με την πάροδο του χρόνου τον αρχικό ενθουσιασμό
του βλέποντας πού στοχεύουν οι πρωτοπόροι του «διαφωτισμού». Υπήρξε
αρκετά ευφυής, όπως δέχονται και οι «διαφωτιστές», ώστε να μην παίξει
τον άχαρο ρόλο του «νεροκουβαλητή» ώς το τέλος του βίου του.
Επειδή οι «διαφωτιστές» δεν ενδιαφέρονται για την ιστορία, αλλά
για την ερμηνεία της ιστορίας με βάση τις φιλοσοφικές τους αρχές,
ανεζήτησαν κάποιο ίνδαλμα να προβάλουν, αφού τόσο ο άγιος Κοσμάς, όσο
και ο Βούλγαρης και οι λοιποί δάσκαλοι του Γένους υπήρξαν πιστά τέκνα
της Εκκλησίας. Φαντάστηκαν για κάποια χρονική περίοδο, σύντομη,
δυστυχώς, γι’ αυτούς, ότι βρήκαν: Ήταν ο Ρήγας Βελεστινλής. Τον
εγκατέλειψαν, αφού προηγουμένως και σε πολιτική νεολαία είχαν δώσει το
όνομά του, όταν η ιστορική έρευνα έφερε στο φως στοιχεία ακλόνητα της
θρησκευτικότητάς του ως το μαρτυρικό του θάνατο. Έτσι έμαθαν να τιμούν
οι «διαφωτιστές»: Είσαι δικός μας, είσαι μεγάλος! Δεν είσαι, σε
απαξιώνουμε. Αναζήτησαν εναγωνίως κάποιον, έστω και έναν, δικό τους,
δηλαδή άθεο! Και θεώρησαν ότι τον βρήκαν. Ονομάζεται