Τρίτη 5 Απριλίου 2016

Η αλήθεια για τον αντίχριστο Καζαντζάκη (κείμενο π.Αυγουστίνου Καντιώτη, με απίστευτα ντοκουμέντα)

Την κριτική του π.Αυγουστίνου, επισκόπου που πονούσε την εκκλησία, που αγαπούσε και σεβόταν τον Θεό, την Παναγία μας, τους Αγίους και γι αυτό δεν φοβόταν να γράψει την αλήθεια, αφιερώνουμε σε κάποιους "επαγγελματίες" ρασοφόρους που έχουν βαλθεί να διαστρεβλώσουν τα πάντα, για να παραστήσουν τους  προοδευτικούς και τους ανοιχτόμυαλους. Ψάχνουν λοιπόν λεπτομέρειες, για να μας πείσουν ότι ο Νίκος Καζαντζάκης ήταν κατά βάση "πιστός" και να "παραγράψουν" με τον τρόπο αυτό τα αίσχη που έγραφε στα βιβλία του. 

Καλή ανάπαυση στην ψυχή του Νικολάου και καλή μετάνοια στους υπόλοιπους. Τα ντοκουμέντα (από δύο σχετικές μελέτες) που παραθέτονται από έργα του π.Αυγουστίνου Καντιώτη, δεν αφήνουν καμία αμφιβολία για την αλήθεια.
Ιστολόγιο Ομάδας Εκπαιδευτικών "Ο Παιδαγωγός"
ΥΓ. Επισημάναμε με κίτρινο φόντο αποσπάσματα από τα δύο  βιβλία του Νίκου Καζαντζάκη.
Μερικές ακόμη τοποθετήσεις του Ν.Καζαντζάκη, περί Θεού, είδαμε εδώ.



Ο ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟΣ (ΚΡΙΤΙΚΗ ΕΚ ΤΩΝ ΣΥΓΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΤΟΥ «Ο καπετάν Μιχάλης» & «Ο τελευταίος πειρασμός») – ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ Ν. ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ
"Σωτηρία θα πει να λυτρωθείς απ' όλους τους σωτήρες"!!!

Ο ΠΡΟΔΟΤΗΣ ΣΤΕΦΑΝΩΝΕΤΑΙ 
«Ει τις ου φιλεί τον Κύριον Ιησούν Χριστόν, ήτω ανάθεμα. μαράν αθά» (Α ' Κο 16,22)

«Ο Εβραίος μου λέγει πως ο Χριστός μου είνε μπάσταρδος και η Παναγία μου πόρνη, το άγιον Ευαγγέλιον λέγει πως το έγραψεν ο διάβολος. Τώρα έχω μάτια να βλέπω τον Εβραίον;  Ένας άνθρωπος να με υβρίση, να φονεύση τον πατέρα μου, την μητέρα μου, τον αδελφόν και ύστερα το μάτι να μου βγάλη, έχω χρέος ωσάν χριστιανός να τον συγχωρήσω. Το δε να υβρίζη τον Χριστόν μου και την Παναγίαν μου, δεν θέλω να τον βλέπω»
(Κοσμάς ο Αιτωλός • Δ' Διδαχή του ιερομάρτυρος)


    Ο νέος Ιούδας στεφανώνεται
    Εις την Αποκάλυψιν του ευαγγελιστού Ιωάννου υπάρχει προφη­τεία, κατά την οποίαν το εν τω κόσμω ηθικόν κα­κόν, η πλάνη και η αμαρτία, η υπό μορφήν πολυκεφάλου τέρατος εμφανιζόμενη, θα εξαπλώση τους πλοκάμους λίαν επικινδύνως, θα λάβη διαστάσεις τοιαύτας, ώστε θα έλθη εποχή, κατά την οποίαν το κακόν όχι μόνον θα λέγεται και θα πράττεται αναισχυντίας, αλλά και το χείριστον εξ όλων, ο λέγων την χυδαιοτέραν ύβριν και ο πράττων το φρικιαστικώτερον έγκλημα θα επαινήται, θα χειροκροτήται και θα στεφανώνεται δημοσία. Έκαστη κεφαλή του τέρατος θα φέρη διάδημα χρυσούν. Η κακία, δηλαδή, εστεμμένη, ο διάβολος θριαμβεύων (Ιδέ Απ 12,3).
Αδελφοί και πατέρες! Η εποχή αυτή έφθασε. Πλείστα
γεγονότα των τελευταίων δεκαετηρίδων του παρόντος αιώνος του απατεώνος μαρτυρούν τούτο. Συχνά παριστάμεθα ακροαταί και θεαταί ανθρώπων, οι οποίοι σπεύδουν να συγχαρούν, να χειροκροτήσουν και να βραβεύσουν άθλια έργα άπιστων, που υποσκάπτουν το ηθικόν και θρησκευτικόν οικοδόμημα. Το σκότος καλείται φως και το φως σκότος. Ιδού και κεφαλή τις ασεβείας, έχουσα εν ασφαλεία την φωλεάν της εις την κυανήν ακτήν της Γαλλίας, εξακοντίζει εκείθεν τον φαρμακερόν σίελον και δηλητηριάζει ψυχάς και άφρονες υιοί και θυγατέρες της Ελλάδος αντί να λαμβάνουν μέτρα προφυλάξεως, επιθέτουν επί της κεφαλής αυτής στεφάνους. Και η κεφαλή υψώνεται περισσότερον και μεγαλαυχεί.
Αλλά τις η στεφανουμένη αύτη κεφαλή; Είνε ο εκ Κρήτης λογοτέχνης Ν. Καζαντζάκης. Αυτός ως άλλος Ιούδας προδίδει την Ορθόδοξον πίστιν. Την προδίδει και την καθυβρίζει δια των ασεβών δημοσιευμάτων του.


Το βιβλίον του Καζαντζάκη «Ο καπετάν Μιχάλης»
    Εκ των δημοσιευμάτων του Ν. Καζαντζάκη λαμβάνομεν εδώ σήμερον εν και μόνον, το βιβλίον το υπό το τίτλον «Ο καπετάν Μιχάλης». Εξεδόθη εν Ελλάδι, εκτυπώθη εις το τυπογραφείον του Αρ. Μαυρίδη τον Οκτώβριον του 1953, αποτελείται από 483 πυκνοτυπωμένας σελίδας και εκυκλοφόρησεν ευρέως εν Ελλάδι. Εις το βιβλίον αυτό ο συγγραφεύς ως μυθιστορηματογράφος πλάθει φανταστικά πρόσωπα και δι’ αυτών με τέχνην εκχύνει το δηλητήριον, που κρύπτει κάτω από τους οδόντας του ο φαρμακερός αυτός της απιστίας όφις. Ελίσσεται και επιτίθεται αγρίως κατά του Χριστιανι­σμού. Ουδέν δόγμα εξ όσων περιέχει το Σύμβολον της αμωμήτου ημών πίστεως αφήνει άθικτον. Το εχθρικόν κατά της Ορθοδόξου πίστεως πνεύμα του φαίνεται ποικιλοτρόπως εκδηλούμενον. Προκειμένου μεν περί θεμάτων, που ο συγγραφεύς αγαπά και εκτιμά υπέρ την αξίαν, που έχουν δια την ζωήν, η γραφίς του εκλέγει τας καλυτέρας των λέξεων, συσσωρεύει πλούτον επαινετικών επιθέτων, δια να τα δοξάση και να τα λαμπρύνη, αλλά προκειμένου περί του υψίστου θέματος, περί της θρησκείας, η γραφίς του αμέσως βυθίζεται εις δηλητήριον, εις πύον, εις βόρβορον και εκλέγει τας χυδαιοτέρας των λέξεων, δια να
καθυβρίση και ατιμάση την θρησκείαν των πατέρων του, την θρησκείαν, εις την οποίαν και αυτός εβαπτίσθη.

Εντός αρωμάτων η Κρήτη ως φυσικός κόσμος, αλλ’ εντός βορβόρου η θεότης.Εκ του εσωτερικού του θησαυρού, εκ της διεφθαρμένης καρδίας του και της απίστου διανοίας του, εκ του υποσυνειδήτου, εκ του βυθού της υπάρξεώς του, ως εξ άλλων καταπακτών του άδου, εκπηδούν οι «ήρωές» του, τέρατα που πλάθει η νοσηρά φαντασία του και δι’ αυτών εξωτερικεύεται μεν ο εσωτερικός του κόσμος, αλλ’ αυτός κρύπτεται ως υποβολεύς θεάτρου, που ομιλεί, αλλ’ οι λόγοι του φέρονται δια του στόματος των επί σκηνής δρώντων ηθοποιών.
Εάν τις δι’ όσα μετ’ αναισχυντίας κατά της πίστεως λέγονται ήθελε διαμαρτυρηθή, ο Καζαντζάκης θα έχη πρόχειρον την απάντησιν «Λάθος κάμνετε. Δεν τα λέγω εγώ. Τα λέγουν οι ήρωές μου, τα τέρατά μου (καπετάν Μιχάλης, το Θρασάκι, ο Πολυξίγκης, ο Νουρήμπεης, η Εμινέ, ο Σήφακας...). Όπως ακριβώς συνέβη προ ετών, ότε άλλος τις συγγραφεύς, ομοίου προς τον Καζαντζάκην φυράματος, εκδώσας βιβλίον, χλευάζον τας βάσεις της χριστιανικής ηθικής, και ελεγχθείς απήντησεν ότι δεν τα λέγει αυτός, αλλά... το τέρας, όπερ εννοείται, είχε πλάσει ο ίδιος και το παρουσίαζε σκεπτόμενον, συναισθανόμενον και ενεργούν, ως ο Νίτσε έπλασε τον Ζαρατούστραν του και δι’ αυτού εξωτερικεύεται λέγων «Τάδε λέγει Ζαρατούστρας»... Αυτή είνε η νοοτροπία των απίστων και ανάνδρων συγγραφέων. Δια στόματος τεράτων ομιλούν και διαχέουν τα δηλητήρια και καυχώνται δια την τέχνην των. Αλλά, ω υποκριταί! Διατί κρύπτεσθε όπισθεν προσωπείων; Σας ερωτώμεν: Αυτά που λέγουν τα τέρατά σας τα παραδέχεσθε ή τα αποδοκιμάζετε; Απαντήσατέ μας με εν καθαρόν ναι ή όχι.


   Αλλά δεν είνε ανάγκη να μας απαντήσητε. Διότι η δομή του έργου, η πλοκή, το πνεύμα που διαχέεται εις όλας τας σελίδας δίδουν την απάντησιν. Ουδεμίαν στενοχώριαν δι’ όσα ασεβή λέγουν τα τέρατά σας διακρίνεται. Οι αείμνηστοι ευσεβείς λογοτέχναι Παπαδιαμάντης και Μωραϊτίδης αναφέροντες δηλώσεις απίστων και βλασφήμων, πενθούν και αναστενάζουν, ενώ εσείς; Νομίζει τις ότι ακούει τα χειροκροτήματά σας. Ουδεμία λύπη, ουδεμία σοβαρά απόπειρα, ίνα ανασκευασθούν αι ύβρεις. Τα τέρατά σας, ως λέοντες, βρυχώμενα και εξεμούντα κρουνούς ύβρεων κατά των ιερών και των θείων φαίνονται κυρίαρχα εις το πεδίον της λογοτεχνικής ταύτης μάχης. Ουδαμού παρουσιάζετε τα αντί-τέρατα, που να ενσαρκώνουν τας ουρανίας δυνάμεις και να πολεμούν τα τέρατα της ασεβείας και να τα νικούν κατά κράτος και ούτω να επέρχεται η κάθαρσις, ως εις τας αρχαίας τραγωδίας. Υποκριταί, που κρύπτεσθε μέσα εις τα λογοτεχνικά σας παιγνίδια! Δια μέσου ανθέων συρίζοντες όφεις. «Γεννήματα εχιδνών», πως θα εκφύγητε την οργήν του Κυρίου;
Αι ιδέαι του βιβλίου του
   Και επειδή δεν θέλομεν να νομισθώμεν ότι αδικούμεν τον συγγραφέα κρίνοντες αορίστως, θα παραθέσωμεν εκ του βιβλίου συγκεκριμένα στοιχεία, δια να ιδούν και να πεισθούν οι αναγνώσταί μας εις ποια βάθη περιφρονήσεως, εξυβρίσεως, διακωμωδήσεως, μυκτηρισμού, διασυρμού και ασεβείας κατέπεσε και κυλιέται ο δυστυχής και ότι προς τα βάθη αυτά ζητεί να παρασύρη και τους άλλους με την φήμην του μεγάλου συγγραφέως. Πολλοί ευσεβείς θα φρικιάσουν και θα μας είπουν ότι δεν θα έπρεπε να μεταφερθούν εις τας στήλας της «Σπίθας» τοιαύται ύβρεις, αλλά δυστυχώς το  επιβάλλει πλέον η ανάγκη. Η ανάγκη να διαφωτισθή ο ευσεβής λαός περί του μεγέθους της ασεβείας και να χαρακτηρίση δεόντως την χειρονομίαν όλων εκείνων, οι οποίοι εν γνώσει των κακοηθεστάτων ύβρεων, που περιέχουν τα δημοσιεύματα του Καζαντζάκη, έσπευσαν να τον συγχα­ρούν.
Ας αρχίσωμεν με λύπην μεγάλην δια τον συγγραφέα και με ακόμη μεγαλυτέραν δι’ εκείνους, οι οποίοι τον συνεχάρησαν.

Περί του εν Τριάδι Θεού, τον οποίον πιστεύει όλος ο χριστιανικός κόσμος, εν τω υπό κρίσιν βιβλίω «Ο καπετάν Μιχάλης» δια του στόματος μιας Τουρκάλας πορνευομένης μετά χριστιανού λέγει·«Ώχου, κι’ εδώ θαρώ θα τα κάμω μούσκεμα! Ένας είναι και τρεις· πατέρας, γυιός και άγιο πνέμα. Ο Πατέρας είναι γέρος κοτσονάτος με άσπρα γένια κι έχει στα πόδια του κι ακουμπάει ένα σκαμνί από σύννεφα· ο Γυιός είναι ροδοκόκκινος, όμορφος ντεληκανής, με ξανθά μουστάκια σαν τα δικά σου και χωρίστρα μα δε φοράει φέσικρατάει στα χέρια του ένα τόπι» (Ιδέ σελ. 228).


Περί του Χριστού δια μεν του στόματος της ιδίας Τουρκάλας εκφράζεται ούτω ·«Ο γυιός του Θεού· είπαμε, όμορφος ντεληκανής. Κατέβηκε στη γης και σταβρόθηκε για να σώσει, λέει, τους ανθρώπους. Τι έκαμαν; Τι του έκαμαν; Κάθου γύρεβε! Ένα είναι σίγουρο πως σταβρόθηκε, ας είναι καλά, και την τρίτη ημέρα αναστήθηκε και σκαρφάλοσε πάλι στον ουρανό... Καλά τα λέω;». 
Δια δε στόματος του κατηχητού της καπετάν Πολυξίγκη, θαυμάζοντος την αρίστην(!) αυτήν απάντησιν της υποψηφίας χριστιανής, ετοιμαζομένης δια το βάπτισμα, λέγει· «Καλά, λέει! Εσύ κάνεις για Μητροπολίτης, Εμινέ μου, να σε χαρώ. Ξύσε με λίγο στην γάμπα, ν’άχεις την εφκή μου... Το λοιπόν αναστήθηκε, ε; Μά τόπαμε, πούχες το νου σου; Αναστήθηκε μαθές και σκαρφάλοσε στον ουρανό, έτσι χωρίς σκοινί, χωρίς σκάλα, σαν μπεχλιβάνης, στον αέρα...»(Ιδέ σελ. 224). 
Δια δε της γλώσσης ενός Τούρκου Νουρή εκστομίζεται η χυδαιοτάτη βλασφημία κατά του Κυρίου«Φτου στον Χριστό σου τον μπάσταρδο...» (Ιδέ σελ. 198).


Περί της Εκκλησίας, την οποίαν ίδρυσεν ο Θεάνθρω­πος, ιδού πως ομιλεί όχι αυτός... αλλά το τέρας του, το Θρασάκι του, υιός και εγγονός οπλαρχηγών της Κρήτης, πλάσμα που δεν ημπορούσε ποτέ να πλάση η ευσέβεια των Κρητών, αλλά μόνον η απιστία και η αθεΐα του αιώνος μας... η αντίχριστος μανία των άθεων κομμουνιστών, οι οποίοι και εν τοις πράγμασι κατά τα πρώτα έτη της επικρατήσεώς των εν Ρωσία εφήρμοσαν το σχέδιον του Θρασάκι. Ποιον δε το σχέδιον; Δια της βίας ν’ απομακρύνουν την Κυριακήν εκ της Εκκλησίας όσους δεν κατώρθωσαν δια της διαβολής του αρχαίου δράκοντος να πείσουν ότι η θρησκεία είνε ένα παραμύθι και η Εκκλησία μία εκμετάλλευσις. Απέναντι της Εκκλησίας το Θρασάκι είχε τον σταύλον του και εκεί μέσα ωργίαζε αυτός και οι φίλοι του διακωμωδούντες την θείαν Λειτουργίαν. 
Ας παραθέσωμεν την περικοπήν αυτήν ως χαρακτηριστικήν του πνεύματος, με το οποίον είνε γραμμένον το βιβλίον· «Αλήθεια κάθε Κυριακή το Θρασάκι με τους φίλους του έκαναν αντίπραξη στην επίσημη εκκλησιά και λειτουργούσαν μέσα στο στάβλο του Κρασογιώργη. Πήγαιναν πρωί πρωί κι’ έπιαναν τα περάσματα κι’ έστεκαν καραούλι στην πόρτα του άη Μηνά και στις γύρα γωνιές κι όταν έβλεπαν έναν τους συμμαθητή να προβαίνει με τα κυριακάτικά του, με το καθαρό μαντηλάκι στο χέρι, με το μεταλίκι μέσα στο μαντηλάκι, για να πάρει από τον πάγκο το κερί, έπεφταν επάνω του και πότε με το καλό, πότε με το ζόρι, κάπου κάπου και με ξύλο, τον άρπαχναν και τον πήγαιναν στο στάβλο «έχουμε δικιά μας εκκλησιά, τούλεγαν, δεν ντρέπεσαι να πηγαίνεις στην ξένη;» (Ιδέ σελ. 261).


Αυτά γράφει ο Καζαντζάκης
Και ερωτώ ολόκληρον την μεγαλόνησον που εγέννησε ήρωας και μάρτυρας της Ορθοδόξου πίστεως.συνέβη ποτέ υιός Κρητός, πιστόν τέκνον της Εκκλησίας, να στέκεται απ’ έξω από τον ι. ναόν της ενορίας του και να εμποδίζη την προσέλευσιν των νέων εις την Εκκλησίαν; Ουδέποτε τοιούτον φαινόμενον είδεν η Κρήτη η πιστεύουσα εις τον Χριστόν. Θα ίδη όμως εις το μέλλον πολλά «Θρασάκια» να απομακρύνουν βιαίως εκ των ναών της Κρήτης τους πιστούς και με το κνούτον να τους οδηγούν εις τους σταύλους των οργίων και να μεταβάλλουν εις κέντρα διασκεδάσεως τους ναούς, θα ίδη, λέγομεν, τοιαύτα θεάματα πολλά η Κρήτη, εάν επικρατήσουν αι θεωρίαι του Καζαντζάκη, όστις δια των ανωτέρω εκφράζει τον μύχιον πόθον του άθεου να ίδη τους ναούς ερήμους εκκλησιάσματος και τους σταύλους πλήρεις δίποδων κτηνών.
Σημειωτέον ότι το «Θρασάκι» του είνε υιός του κυριωτέρου ήρωος του μυθιστορήματος, του καπετάν Μιχάλη, όστις ακούων από το παραθυράκι του σπιτιού του «τις φωνές» των οργιαζόντων εν τω σταύλω «ξεχώριζε την στερνή φωνή του γυιού του· Θα σάς σπάσω στο ξύλο»(Το διατί θα τους σπάση στο ξύλο, το λέγει παραπάνω«Την άλλην Κυριακή, όποιος από σάς δεν έρθει, θα τον σπάσω στο ξύλο, φώναζε το Θρασάκι»)· αφτό’ ταν πάντα το απολυτίκι κι η λειτουργιά (μέσα εις τον σταύλον) έπαιρνε τέλος και ο καπετάν Μιχάλης χαμογέλασε «Γειά σου, μωρέ Θρασάκι, έτσι σε θέλω, να δέρνεις, μουρμούρισε...» (Ιδέ σελ. 262).

Αυτά γράφει ο Καζαντζάκης.Και ερωτώ και πάλιν ολόκληρον την μεγαλόνησον από του ενός ακρωτηρίου μέχρι του άλλου· Υπάρχει πατέρας κρητικός, όστις πληροφορού­μενος ότι ο υιός του κατά τοιούτον βέβηλον τρόπον ενήργησε τας πρωινάς ώρας της Κυριακής, θα ευφρανθή και θα συγχαρή τον υιόν του; Δεν υπήρξεν, ούτε υπάρχει επί της Κρήτης τοιούτος πατέρας αντίχριστος. Υπάρχει μόνον σήμερον εν τη φαντασία του Καζαντζάκη, θα υπάρξουν δε πολλοί εις το μέλλον, εάν το βιβλίον του, που εκθειάζει το «Θρασάκι», κατά προτροπήν «σοβαράς» εθνικόφρονος εφημερίδος των Αθηνών εισαχθή ως αναγνωστικόν εις τας τά­ξεις του Δημοτικού σχολείου (Ιδέ το ύπ’ αριθμ. 155 φύλλον της «Σπίθας»).
Με το «Θρασάκι» του διακωμωδεί την Εκκλησίαν. Αλλά και τι δεν διακωμωδεί ο περίφημος αυτός συγγραφεύς; Διακωμωδεί το μάθημα της ιεράς κατηχήσεως, την οποίαν αναλαμβάνει να κάμη προς την νεαράν Τουρκάλαν Εμινέ εκλέξας ως ώραν κατάλληλον την ώραν των αισχρών περιπτύξεων του Πολυξίγκη μετά της πόρνης ταύτης (Ιδέ σελ. 223-224).


Διακωμωδεί το πρόσωπον της Υπεραγίας Θεοτόκου, της οποίας την εικόνα ζωγραφίζει ως αυτός θέλει (Ιδέ σελ. 88). Διακωμωδεί τα πρόσωπα των αγίων, ως βλέπομεν εις τας σελ. 297, 321, εις τας οποίας ο χρι­στιανός του(;) με μίαν απερίγραπτον αυθάδειαν απευθυνόμενος προς τον εικονιζόμενον άγιον Νικόλαον λέγει.«Το ακούς, άη Νικόλα; Μη μου σκαρώσεις πάλι καμμιά βρωμοδουλειά σαν και την άλλη φορά;».


Τέλος ο Καζαντζάκης κρημνίζει και τα δύο τελευταία άρθρα του Συμβόλου της πίστεως· «Προσδοκώ ανάστασιν νεκρών. Και ζωήν του μέλλοντος αιώνος. Αμήν». Διότι περί του ανθρώπου γράφων δεν παραδέχεται ότι έχει προορισμόν, ως τον διδάσκει η χριστιανική πίστις. Εν τη διανοήσει του ο άνθρωπος φέρεται ως πλοίον, που ευρίσκεται εν μέσω ζοφώδους πελάγους και δεν γνωρίζει που φέρεται. Εις ένα μακρόν διάλογον, που γίνεται γύρω από την κλίνην ενός γέροντος οπλαρχηγού βαδίζοντος προς τον θάνατον και διερωτώντος εαυτόν «τι έστιν άνθρωπος», φαίνεται όλη η απιστία του.Δια των τεράτων του, που ομιλούν όλα το εν κατόπιν του άλλου, ακούονται όλαι αι φωναί της απιστίας, κυ­ρίως δε η φωνή του Νίτσε κηρύττοντος τον υπεράνθρωπον. «Με ρώτησες, λέγει δια του στόματος ενός εξ αυτών, θα πω κι’ εγώ το λόγο μου, αρέσει σου, δε σου αρέσει. Από που ερχόμαστε; ρωτάς· από το χώμα, καπετάν Σήφακα! Που πάμε; ρωτάς· στο χώμα, καπετάν Σήφακα! Ποιο ’ναι το χρέος μας; Να σου το πω εγώ, με λίγα λόγιαΑν είσαι λύκος να τρως· αν είσαι αρνί, να σε τρώνε!Κι’ αν ρωτάς και για Θεό, αφτός είναι ο Μέγας Λύκος· αφτός δα τρώει αρνιά και λύκους συγκόκαλα». Εις τα λόγια αυτά του τέρατος κάποιο άλλο τέρας προσπαθεί να δώση απάντησιν, μειώνουσαν πως την βαρύτητα των εκφράσεων, λέγον, ότι ο Μέγας Λύκος είνε ο Χάρος, όχι ο Θεός, αλλά τούτο λέγεται επίτηδες, δια να δοθή αφορμή εις το πρώτον τέρας και να φωνάξη πλέον καθαρά την αθεΐαν του «Θεός και Χάρος είναι ένα, κουμπάρε!  Μα τι να σου κάνω; Το μιαλό σου κουκιά έφαε κουκιά μολογάει...» (Ιδέ σελ. 445).

   Καιρός, νομίζω να εγκαταλείψωμεν το βιβλίον. Εμμένοντες εις τας σελίδας τας πλήρεις βορβόρου και δηλητηριω­δών αερίων, υπάρχει φόβος να πάθωμεν ασφυξίαν, εάν δεν είμεθα ωπλισμένοι με αντιασφυξιογονικάς προσωπίδας.
Αλλά διατί δεν λέγεται τίποτε και περί του άλλου βιβλίου, όπερ εκυκλοφόρησεν εν γερμανική γλώσση «Ο τελευταίος πειρασμός»; Δεν υπάρχει πλέον άλλος χώρος. Δια τούτο ας αναβάλωμεν τον έλεγχον του βιβλίου τούτου δι’ επόμενον φύλλον. Τόσον δε μόνον εδώ λέγομεν ότι οι αναγνώσαντες αυτό έχουν φρικιάσει προ των γραφόμενων και λέγουν ότι ουδέποτε τοιούτος υβριστής του Θεανθρώπου ενεφανίσθη επί της γης, αφού τολμά ο άθλιος ν’ ανοίξη την καρδίαν του Ιησού μας και να ίδη ότι κατά τας ώρας της αγωνίας Του επί του Σταυρού τίποτε άλλο δεν επόθει παρά μόνον... τα κάλλη των πορνών!!! Κύριε! Συγχώρησόν μας. «Ιδέ επιστολήν Σεβ. Αρχιεπισκόπου Αμερικής κ. Μιχαήλ δημοσιευθείσαν εις το φύλλον της 22 Ιουνίου 1954 της «Εστίας»)…


ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ: ΑΝΤΙΑΙΡΕΤΙΚΟΝ ΕΓΚΟΛΠΙΟΝ      
ΑΝΑΤΥΠΟΝ ΕΚ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ «ΣΦΕΝΔΟΝΗ τ. Α» Αθήνα 1988
(Βλ.«Χριστ. Σπίθα», αριθμ. φύλ. 169, Απρ. 1955)

Πηγή





Η ΚΗΔΕΙΑ ΕΝΟΣ ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟΥ


«Καὶ εἱστήκει ὁ λαὸς θεωρῶν. Ἐξεμυκτηρίζων δὲ καὶ οἱ ἄρχοντες σὺν αὐτοῖς λέγοντες…». (Λουκ. 23, 35)

«ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΣΠΙΘΑ» Νοέμβριος 1957 αριθ. φύλλου 199
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου
«Παιδία, ἔσχάτη ὥρα ἐστί, καὶ καθὼς
ἠκούσατε, ὅτι ὁ ἀντίχριστος ἔρχεται, καὶ
νῦν ἀντίχριστοι πολλοὶ γεγόνασιν˙ ὅθεν
γινώσκομεν ὅτι ἐσχάτη ὥρα ἐστίν»
(Α΄ Ἰωάν. 2, 18)

Δὲν ὑπάρχει ἀγαπητοί μας ἀναγνῶσται, δὲν ὑπάρχει ἀμφιβολία, ὅτι ἡ ἀνθρωπότης εἰσήλθεν εἰς μίαν ἀπὸ τὶς σκοτεινοτέρας περιόδους τῆς Ἱστορίας. Σημεῖα, ποὺ ὑπερβαίνουν ἐσχάτως εἰς τὸν φυσικόν, ἠθικὸν καὶ πνευματικὸν κόσμον, καὶ προκαλοῦν φόβον, σύγχυσιν, ταραχήν, ἀγωνίαν, προειδοποιοῦν τοὺς πάντας. Ἡ γῆ σείεται. Τὰ στοιχεῖα τῆς φύσεως μαίνονται. Αἱ συνειδήσεις κλονίζονται. Αἱ κοινωνίαι ταράσσονται ἐκ βαθέων. Τὰ ἔθνη τὰ μικρὰ τρέμουν, τὰ μεγάλα καὶ ἰσχυρὰ βρυχῶνται ὡς θηρία ἐν κλωβοῖς. Αἰ δὲ ἁπανταχοῦ τῆς γῆς Ἐκκλησίαι κλυδωνίζονται. Βαθεῖς ἐρμηνευταὶ τῆς Βίβλου βλέποντες τὰ ὁλονὲν πυκνούμενα σημεῖα λέγουν καὶ γράφουν, ὅτι ἡ σκιὰ τοῦ Ἀντιχρίστου ἐνεφανίσθη ἐπὶ τῆς γῆς. Οἱ πρόδρομοί του ἔφθασαν, καὶ ὡς οἱ μάγοι τῆς Αἰγύπτου ἐπὶ τῆς ἐποχῆς τοῦ Μωϋσέως ἐνεργοῦν κατὰ παραχώρησιν Θεοῦ σημεῖα καὶ τέρατα, ἐντυπωσιάζουν, τρομοκρατοῦν τοὺς ἀμαθεῖς, κλονίζουν ἱερὰς πεποιθήσεις, κάμνουν θραύσιν. Ὀλίγον ἀκόμη καὶ ἔφθασεν ὁ Ἀντίχριστος. Τὶς οὗτος; Ὕψιστε Θεέ, ἐλέησον τὸν κόσμον! Ἡ φοβερὰ προφητεία τοῦ Ἰησοῦ περὶ συντελείας τῶν αἰώνων ἀρχίζει νὰ ἐκπληρώνεται (Ματθ. 24, 3-31). Οὐαὶ τῆ οἰκουμένη ἐκ τῶν ἐπερχομένων αὐτῆ δεινῶν…


Σημεῖον τῶν καιρῶν εἶνε ὅτι ἐν 20ῶ αἰῶνι τῶν φώτων καὶ τῶν ἐπιστημῶν ὁ Γλυκύτατος Ἰησοῦς ἀνασταυρώνεται. Σταυρωταί του δὲ τὴν φορὰν αὐτὴν εἶνε ὄχι Ρωμαῖοι στρατιῶται, ἀλλὰ… χριστιανοὶ, οἱ ὁποῖοι ἐγεννήθησαν ὑπὸ χριστιανῶν γονέων, ἐβαπτίσθησαν εἰς τὸ ὄνομά Του, ἐθήλασαν τὸ ἄδολον γάλα, ἠνδρώθησαν ἐν τοῖς κόλποις τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἔπειτα… ἀπεφάσισαν νὰ Τὸν σταυρώσουν ἐκ νέου. Καὶ Τὸν σταυρώνουν κατὰ ποικίλους τρόπους. Ἕνας δʼ ἐξ αὐτῶν εἶνε καὶ ὁ διὰ τῆς ἀπίστου καὶ τῆς αἰσχρᾶς λογοτεχνίας τῶν ἡμερῶν μας. Ἀντὶ καρφιῶν οἱ νέοι αὐτοὶ σταυρωταὶ χρησιμοποιοῦν «τὶς πέννες των», τῶν ὁποίων αἱ αἰχμαὶ πληγώνουν βαθύτερον τὸν Ἰησοῦν ἤ ὅσον οἱ ἧλοι ἐκεῖνοι. Καὶ ὄχι πλέον τὸ σώμα Του, ἀλλὰ τὸ πνεῦμα Του, τὴν διδασκαλίαν Του τὴν ἀθάνατον, τὴν ἀρετήν Του τὴν ἄφθαστον, τὴν καλύπτουσαν οὐρανοὺς, τὴν μυστηριώδη ἐπιρροήν Του ἐπὶ τῆς σκέψεως, τοῦ συναισθήματος καὶ τῆς βουλήσεως τῶν ἀνθρώπων, τὸ εὐεργετικώτατον καθίδρυμα, τὴν Ἐκκλησίαν Του, ἐντὸς τῆς ὁποίας φυλάσσεται ἡ ἱερὰ παρακαταθήκη τῆς πίστεως, αὐτὰ ὅλα θέλουν νὰ πλήξουν, νὰ κρημνίσουν, νὰ ἐξευτελίσουν ἐνώπιον ὁλοκλήρου τῆς ἀνθρωπότητος, ἵνα μὴ καὶ ἡ ἀνάμνησίς Του ταράσσητὸν ὕπνον των.

Ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς λέγει ὅτι εἰς τὸν φρικτὸν Γολγοθᾶν, κάτωθεν τοῦ Ἐσταυρωμένου, στρατιῶται καὶ ἄρχοντες τοῦ Ἰσραὴλ «ἐξεμυκτηρίζον» τὸν Ἰησοῦν. Καὶ μὲ τὴν λέξιν αὐτὴν μᾶς δίδει ὁ ἱερὸς Εὐαγγελιστὴς ἀφορμὴν νὰ σκεφθῶμεν ὁποῖος βόρβορος ἀπὸ βάναυσα πειράγματα, ἀπρεπεῖς ἀστειολογίας, βωμολοχίας, χυδαίας ὕβρεις, φρικτὰς βλασφημίας θὰ ἐξῆλθεν ἀπὸ τὰ χείλη ἐκεῖνα ἐναντίον τοῦ Ἀσπίλου Υἱοῦ τῆς Παρθένου. Καὶ τὶ δὲν θὰ εἶπον! Καὶ ὀ λαός; Φεῦ! Ὁ Ἑβραϊκὸς λαός, ὅστις τοσάκις εἶχεν εὐεργετηθῆ ὑπὸ τοῦ Κυρίου καὶ εἰς στιγμὰς ἐνθουσιασμοῦ ἐξεφράζετο καὶ ἔλεγεν ὅτι οὐδέποτε τοιοῦτος ἠθικὸς καὶ θρησκευτικὸς ἡγέτης ἐνεμφανίσθη είς τὸ πρόσωπον τῆς γῆς, ὁ λαὸς αὐτὸς ἀντὶ νὰ διαμαρτυρηθῆ ἵστατο ἐκεῖ καὶ ἤκουε τὸ κατὰ τοῦ Εὐεργέτου ὑβρεολόγιον, ὡς ἄν ἐπρόκειτο περὶ θεάματος, ποὺ ἐξῆπτεν ἁπλῶς τὴν περιέργειάν των.

Ἀλλʼ ὅ,τι καὶ ἐὰν ἐξήμεσαν κατὰ τοῦ Ἐσταυρωμένου τὴν ἡμέραν ἐκείνη τὰ ἀκάθαρτα χείλη ἀγροίκων Ρωμαίων στρατιωτῶν καὶ τυφλῶν ἡγετῶν τοῦ Ἰσραήλ, πρέπει νὰ θεωρηθοῦν μικρά, ἐλάχιστα ἐμπρὸς εἰς ὅσα ὄχι ἀπλῶς διενοήθη καὶ εἶπεν, ἀλλʼ εἶχε τὸ θράσος καὶ τὴν ἀναίδειαν νὰ γράψη εἰς ὀγκώδη μυθιστορήματα ἕνας ἐκ τῶν λογοτεχνῶν τοῦ συγχρόνου κόσμου τῆς παρακμῆς, δυστυχῶς, Ἕλλην τὴν καταγωγὴν καὶ χριστιανὸς Ὀρθόδοξος τὸ θρήσκευμα, ὅστις κατὰ τὸν μῆνα τοῦτον, ὡς ὁ ἄφρων πλούσιος τοῦ Εὐαγγελίου, «ἀπέθανε καὶ ἐτάφη».
* * *


Ἡ «Σπίθα», ὡς θὰ ἐνθυμῶνται οἱ ἀναγνῶσται, καὶ ἄλλοτε ἠναγκάσθη νὰ ἀσχοληθῆ μὲ τὸν Ν. Καζαντζάκη. Εἰς τὸ ὑπ. ἀριθμ. 169 φύλλον, μηνὸς Ἀπριλίου 1955, ἐξητάσαμεν σελίδα πρὸς σελίδα ἕνα ἐκ τῶν βιβλίων τοῦ Κ., τὸ ὑπὸ τὸν τίτλον «Ὁ καπετὰν Μιχάλης» καὶ ἀπεδείξαμεν μὲ παράθεσιν αὐτουσίων περικοπῶν ἐκ κειμένου, ὅτι ὁ συγγραφεὺς τοῦ βιβλίου τούτου δὲν ἀφῆκεν εὐκαιρίαν διὰ νὰ πλήξη καὶ μυκτηρίση τὰ δόγματα τῆς ἀμωμήτου ἡμῶν πίστεως. Φωνὴ Ἀντιχρίστου, ὡς ἀπαίσιος συριγμὸς ὄφεως, ἠκούετο διὰ τῶν σελίδων τοῦ βιβλίου ἐκείνου. Φρίκης δʼ αἰσθήματα κατέλαβε τὸ πολυπληθὲς ἀκροατήριον ἐν τῆ μεγάλη αἰθούση τοῦ Συλλόγου «Τρεῖς Ἱεράρχαι», ὅτε ἀνεγνώσαμεν περικοπὰς τοῦ ἐπαισχύντου βιβλίου.


Ἀλλὰ καὶ τὸ βιβλίον τοῦτο, ὡς καὶ πᾶν ἄλλο δημοσίευμα αὐτοῦ, ὑπερέβη εἰς ἐκφράσεις ἀσεβείας ἕτερον βιβλίον αὐτοῦ, ὅπερ μετεφράσθη καὶ εἰς ξένας γλώσσας, ἐκυκλοφόρησεν εἰς χιλιάδας πολλὰς ἀντιτύπων μεταξὺ τῶν λαῶν τῆς Εὐρώπης καὶ Ἀμερικῆς, ἐπηνέθη καὶ ἐχειροκροτήθη ὑπὸ τῶν λογοτεχνῶν, ὀπαδῶν τοῦ Ἀντιχρίστου, οἵτινες ἠγωνίζοντο νὰ ἀπονείμουν εἰς τὸν συγγραφέα καὶ βραβεῖον Νόμπελ. Τὸ βιβλίον αὐτὸ φέρει τὴν ἐπιγραφὴν «Ὁ τελευταῖος πειρασμός». Ὑπόνομος τῶν Ἀθηνῶν ἐκκενούμενος δὲν θὰ ἀνέδιδε τόσην δυσωδίαν, ὅσην τὸ βιβλίο τοῦτο. Σεβασμὸς πρὸς τὸ ἄχραντον πρόσωπον τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ θὰ ἐπέβαλλε νὰ μὴ ἐπαναλάβωμεν καὶ ἡμεῖς τὰ ὅσα ἐπὶ τοῦ χάρτου γράφονται, ἀλλὰ μιμούμενοι τὴν λακωνικότητα τοῦ ὕφους τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ νὰ γράφωμεν καὶ ἡμεῖς, ὅτι ἐν ἔτει σωτηρίω 1955 ἐνεφανίσθη Ἕλλην τις τὸ ὄνομα Ν. Καζαντζάκης, ὅστις διὰ τῆς γραφίδος ἐξεμυκτήρισε τὸ μυστήριον τῆς θείας ἐνσαρκώσεως, ὁ δὲ Ἑλληνικὸς λαὸς καὶ ἰδιαιτέρως ὁ λαὸς τῆς ἰδιαιτέρας του πατρίδος «εἱστήκει» ἀκούων ἀπαθῶς τὰς ὕβρεις καὶ θεωρῶν ἀνασταυρούμενον τὸν Ἰησοῦν, οἱ δὲ ἄρχοντες τοῦ Ὀρθοδόξου βασιλείου θανόντα τοῦτον ἐκήδευσαν δημοσία δαπάνη, τὸν ὑβριστὴν τοῦ Θεανθρώπου, χυδαιότερον τοῦ ὁποίου δὲν εἴδον οἱ αἰῶνες.


Ἀλλʼ ἐπειδὴ ὁ πολὺς λαὸς δὲν ἔχει διαφωτισθῆ περὶ τῶν φοβερῶν ὕβρεων τοῦ συγγραφέως, τὰ δὲ συγγράμματά του λόγω τῆς διαφημίσεως ὁλοκλήρου σχεδὸν τοῦ Ἑλληνικοῦ τύπου, ἐφημερίδων καὶ περιοδικῶν, καὶ βραβεύσεως τινῶν ἐξ αὐτῶν ὑπὸ τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας, ἔχουν διαδοθῆ μέχρι τῶν ἀκροτάτων περιοχῶν τῆς ταλαιπώρου Πατρίδος μας καὶ φοιτηταί, μαθηταὶ καὶ μαθήτριαι ἐντρυφοῦν εἰς τὰς σελίδας αὐτῶν, διὰ τοῦτο εἴμεθα ἠναγκασμένοι, ἄν μὴ ὅλας τὰς ἀσεβεῖς ἐκφράσεις, τουλάχιστον μερικὰς ἐκφράσεις, ποὺ περιέχονται εἰς τὸ βιβλίον «Ὁ τελευταῖος πειρασμός», ὡς δειγματολόγιον νὰ δημοσιεύσωμεν. Ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος, πρὶν ἀναφέρη ἀπὸ τοῦ ἄμβωνος ἐκφράσεις συγχρόνων αἱρετικῶν καὶ ἀπίστων, ἐζήτει συγγνώμην παρὰ τῶν ἀκροατῶν του, λέγων, ὅτι αἰσχύνομαι διὰ τοῦτο, ἀλλʼ ἡ ἀνάγκη τῆς προφυλάξεως, ἀμύνης καὶ ἀνασκευῆς τοιούτων συκοφαντιῶν κατὰ τῶν ἀληθειῶν τοῦ Χριστιανισμοῦ τὸ ἐπιβάλλει, ἵνα μολύνω τὴν γλῶσσαν ὡς ὁ ἰατρός, ὅστις διὰ νὰ θεραπεύση τὸν ἄρρωστον, τὸν πλήρη ἐλκῶν, ἀναγκάζεται νὰ μολύνη τὰς χεῖρας του μὲ τὴν ἀκαθαρσίαν, ποὺ ἐξέρχεται ἀπὸ τὶς πυορροούσας πληγάς. Ἄς μιμηθῶμεν, λοιπόν, ἐν προκειμένω καὶ ἡμεῖς τὸν ἱερὸν τοῦτον Πατέρα καὶ ἄς ἀποκαλύψωμεν τὰς πλάνας, τὰς ὕβρεις, τὰς χυδαιολογίας τὰς φρικτάς, τὰς πρωτοφανεῖς βλασφημίας, αἱ ὁποῖαι ὡς ἀκάθαρτος ποταμὸς ρέουν διὰ τῶν σελίδων τοῦ ἀνωτέρω βιβλίου.

Ἐν τῶ βιβλίω τούτω, «ὁ τελευταῖος πειρασμός», ὁ Κ. κτυπᾶ ὅλας τὰς βάσεις τῆς πίστεως, ὅλας τὰς θεμελιώδεις ἀληθείας ἐπὶ τῶν ὁποίων στηρίζεται τὸ χριστιανικὸν οἰκοδόμημα. (για την συνέχεια πατήστε)


Καὶ ἐν πρώτοις προσβάλλει τὴν ἐκ Παρθένου γέννησιν τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ. Λέγει, ὅτι ὁ Εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος ἀπεφάσισε νὰ συγγράψη τὸν βίον τοῦ Ἰησοῦ καὶ ἐνῶ εἶχεν ὑπόψιν νὰ γράψη τὰ πραγματικὰ γεγονότα, ὅτι δηλαδὴ ὁ Ἰησοῦς ἐγεννήθηκεν εἰς τὴν Ναζαρὲτ ἀπὸ φτωχοὺς γονεῖς, ἀπὸ τὸν μαραγκὸν Ἰωσὴφ καὶ ἀπὸ τὴν Μαρίαν…, μιὰ φτερούγα ἀγγέλου τὸν κτύπησε θυμωμένα καὶ τὸν διέταξε νὰ γράψη, ὅτι δὲν εἶνε υἱὸς τοῦ Ἰωσήφ, ἀλλʼ ὄτι ἐγεννήθη ἐκ Παρθένου, εἰς Βηθλεέμ, ὅπως λέγουν αἱ προφητεῖαι, ἀλλὰ ὁ Ματθαῖος, ποὺ γνωρίζει τὴν πραγματικότητα, ἀνθίσταται νὰ γράψη εἰς τὸ Εὐαγγέλιόν του τοιαῦτα ψεύδη, καὶ διὰ τοῦτο φωνάζει διαμαρτυρόμενος «Δὲν εἶνε ἀλήθεια˙ δὲν θέλω˙ δὲν γράφω…» (σελ. 350 καὶ 392). Πῶς εἶνε κατὰ τὸν Καζαντζάκην ἀλήθεια τὸ περὶ τῆς ὑπερφυσικῆς γεννήσεως τοῦ Ἰησοῦ δόγμα, εἰς τὸ ὁποῖον πιστεύει σύμπας ὁ χριστιανικὸς κόσμος, ἀφοῦ κατὰ τὸν Κ., εἰς ἄλλον μὲν μέρος τοῦ βιβλίου του παρουσιάζει τὸν Ἰωσὴφ «ἕτοιμον νὰ νὰ χυμήξη… κατὰ τῆς μνηστῆς του Παρθένου, νὰ χωθοῦν μαζὶ εἰς μίαν σπηλιά, καὶ μόνο διὰ κεραυνοῦ ἠναγκάσθη νὰ ἀποτραβηχθῆ» (σελ. 61) εἰς δὲ ἄλλο βιβλίον του «Ὁ καπετὰν Μιχάλης» (σελ. 198) διὰ στόματος ἑνὸς Τούρκου ὑβρίζει τὸν Χριστὸν καὶ ἀποκαλεῖ αὐτόν… «μπάσταρδον».

Ἐκ Παρθένου, ἐν Βηθλεὲμ ἐγεννήθη ὁ Χριστός, φωνάζει ὁ ἄγγελος. Αὐτὰ εἶνε ὅλα ψεύδη, διαμαρτύρεται ὁ Εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος. Καὶ ἔτσι ποὺ τὰ γράφει, παρουσιάζει αὐτὸν τὸν οὐράνιον κόσμον, τοὺς ἀγγέλους καὶ ἀρχαγγέλους ὡς ψευδομάρτυρας τοῦ μεγίστου γεγονότος τῶν αἰώνων, τῆς ἐν σαρκὶ ἐλεύσεως τοῦ Θεοῦ Λόγου, τοῦ δευτέρου προσώπου τῆς ἁγίας Τριάδος. Κατὰ τὸν Κ. λοιπόν, ἡ ἀρχὴ τοῦ Χριστιανισμοῦ στηρίζεται ἐπὶ ἑνὸς ψεύδους ὅπερ οἱ ἄγγελοι ὑπηγόρευσαν εἰς τὴν ἀνθρωπότητα. Ψευδῆ τὰ Εὐαγγέλια, ψευδομάρτυρες οἰ ἄγγελοι, συνήγορος τῶν ψευδῶν ὁ Ἰησοῦς, καὶ ὁ μόνος ποὺ λέγει ἐν τῶ κόσμω τὴν ἀλήθειαν ὁ ἐκ Κρήτης Καζαντζάκης, ἵνα πραγματοποιηθῆ καὶ εἰς αὐτὸν τὸ πασίγνωστον Ἐπιμενίδειον ρητόν (Τίτ. 1, 12).

Ὁ Κ. προσβάλλει τὸν ἰδιωτικὸν βίον τοῦ Υἱοῦ τῆς Παρθένου πλέκων διὰ τῆς νοσηρᾶς φαντασίας διηγήσεις, αἱ ὁποίαι οὐδὲ κόκκον ἱστορικότητος ἐμπερικλείουν
Ἐνῶ κατὰ τὸν Ευαγγελιστὴν Λουκᾶν, ὅστις διʼ ὀλίγων μὲν ἀλλὰ μεστῶν νοημάτων λέξεων περιγράφει τὰ τῆς παιδικῆς καὶ ἐφηβικῆς ἡλικίας τοῦ Ἰησοῦ σημειώνων ὅτι «ὁ Ἰησοῦς προέκοπτε σοφία καὶ ἡλικία καὶ χάριτι, παρὰ Θεῶ καὶ ἀνθρώποις» (Λουκ. 2, 57) κατὰ τὸν Κ. ὁ Ἰησοῦς δὲν προέκοπτεν οὕτω πως, δὲν ἦτο ὀ Ἰησοῦς ὡς παῖς, ὡς ἔφηβος καὶ νέος τὸ ἄφθαστον ὑπόδειγμα ἁγίας ζωῆς διʼ ὅλους τοὺς ἐφήβους καὶ νέους ὅλων τῶν αἰώνων, ἀλλʼ ἦτο… ὁ «ἀχαΐρευτος», ποὺ καμμιὰ δουλειὰ δὲν ἔκανεν, ἀλλὰ μόνον ἕνα ἔργον εἶχε νὰ εἶνε… «ὁ σταυρωτής», νὰ κατασκευάζη δηλαδὴ σταυροὺς διὰ νὰ σταυρώνουν ἐκ αὐτῶν οἱ Ρωμαίοι κατακτηταὶ τὰ ἡρωϊκὰ παλικάρια, τοὺς νεαροὺς Ἰσραηλίτας ποὺ προσέβαλλον ἀντίστασιν κατὰ τῆς ξενικῆς κατοχῆς. «Μονάχα ὅταν τοῦ παρήγγελαν σταυρὸ νὰ σταυρωθοῦν ἀνθρῶποι, ρίχνονταν μὲ τὰ μούτρα νὰ δουλεύη μέρα νύχτα. Καὶ δὲν πήγαινε πιὰ στὴν συναγωγή, δὲν ἤθελε πιὰ νὰ μεταπατήση στὴν Κανᾶ… Ὁ νοῦς του σάλευε καὶ τὸν ἄκουε ἡ δύστυχη μάνα του νὰ παραμιλάει καὶ νὰ φωνάζη θαρρεῖς καὶ μάλωνε μὲ κανένα δαίμονα» (σελ. 32). Εἰς ἡλικίαν δὲ 3 ἐτῶν ἐρωτεύθηκε τὴν ἐξαδέλφην του Μαγδαληνὴν ποὺ ἧταν τεσσάρων ἐτῶν (σελ. 43)!!

Ὥστε κατὰ τὸν Κ. ὁ Ἰησοῦς τεμπέλης, ἀχαΐρευτος, ἐρωτύλος, ἀνισόρροπος, δαιμονισμένος, σταυρωτής! Ἕνεκεν δὲ τῆς κατασκευῆς σταυρῶν διὰ τοὺς ἥρωας τῆς ἐθνικῆς ἀντιστάσεως τῶν Ἰσραηλιτῶν εἶχε γίνει τὸ πλέον μισητὸν πρόσωπον, τοῦ ὀποίου ἡ ἐμφάνισις προεκάλει τὸ μῖσος, τὴν ἀγανάκτησιν τοῦ λαοῦ καὶ ἰδίως τῶν μητέρων τῶν σταυρωμένων θυμάτων. Σταυρωτὴς ὁ Ἰησοῦς; Ὁ Ἰησοῦς; Ὅστις ὑπήρξεν διὰ τὴν σωτηρίαν τοῦ ἀνθρωπίνου γένους Σταυρωθείς, ὁ πρῶτος Σταυροφόρος, τὸν ὁποῖον ἠκολούθησαν μυριάδες σταυροφόρων, μαρτύρων καὶ ἡρῶων εἰς τὴν ὀδὸν τοῦ καθήκοντος, εἰς τὴν ὀδὸ τοῦ Γολγοθᾶ. Ἀλλὰ ὁ Κ. ἐν τῆ μανία του νʼ ἀνατρέψη τὴν ἔννοιαν αὐτὴν τοῦ Ἐσταυρωμένου, τοῦ ὁποίου ἡ θέα συνεκίνησε, συγκινεῖ καὶ θὰ συγκινῆ μέχρι συντελείας τῶν αἰώνων τὰς εὐγενεστέρας τῶν καρδιῶν, ἐπενόησε τὴν ἄλλην ἔννοιαν, τὴν ἀντίθετον ἐκείνην τοῦ Σταυρωτοῦ, καὶ δὲν τολμᾶ μὲν νὰ εἴπη ὅτι ὁ ἴδιος ἴσως ἐσταύρωνε τοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ τολμᾶ νὰ γράφη ὅτι χάριν ἑνὸς εὐτελοῦς κέρδους, χάριν τεμαχίου ἄρτου κατεδέχετο νὰ κατασκευάζη τὰς ἀγχόνας, τὰ ὄργανα τῆς καταδίκης τῶν Πατριωτῶν, τοὺς σταυρούς. Ὁποία σκόπιμος διαστρέβλωσις τῆς εὐαγγελικῆς ἱστορίας!

Ὀρθῶς εἰς τὸ σημεῖο τοῦτο ὁ ἐκ Δωδεκανήσου λογοτέχνης Γιάννης Κλ. Ζερβός, ὅστις μὲ δύναμιν ἐξήλεγξε τὰς πλάνας τοῦ Κ., ἐπιμένει καὶ μὲ πόνον ψυχῆς ἐρωτᾶ τὴν Ἑλλάδα ὅλην, τὸν κόσμον ὅλον, ἐὰν ὁ Ἰησοῦς ἤξιζε μιᾶς τοιαύτης κακοήθους μεταχειρίσεως ἐκ μέρους Ἑλληνος λογοτέχνου. (Ἴδε Γ. Κλ. Ζερβοῦ – Σημειώματα στὸ ἔργο τοῦ Ν. Καζαντζάκη, σελ. 16). Σταυρωτὴς ὁ Ἰησοῦς… Καὶ μόνον διὰ τὴν διαστροφὴν αὐτῆς τῆς ὑψηλῆς ἐννοίας τοῦ Ἐτσυρωμένου ἀξίζει νὰ ὀνομασθῆ ἀντίχριστος ὁ Καζαντζάκης, ἐκ τῶν μεγαλυτέρων ἀντιχρίστων ποὺ ἐγέννησεν ἡ ἀνθρωπότης, ἐὰν ἀντίχριστος κατὰ τὰς Γραφὰς ὀνομάζεται καὶ πρέπει νὰ ὀνομάζεται ὁ ἀρνούμενος τὴν Θεότητα τοῦ Θεανθρώπου. Ἀλλʼ αὐτὸς ὄχι ἀπλῶς ἀρνεῖται, ὄχι ἀπλῶς πολεμεῖ, ἀλλὰ ἀγωνίζεται, ἵνα μὲ ἄλλου εἴδους περιεχόμενον ἀκαθαρσίας πληρώση τὰς ὑψίστας ἐννοίας, ποὺ σχετίζονται μὲ τὴν Θεανδρικὴν προσωπικότητα τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ.

Ἀλλὰ καὶ ἄλλο βέλος δηλητηριωδέστερον ἐκτοξεύει κατὰ τῆς ἀσπίλου ζωῆς τοῦ Θεανθρώπου. Ὅστις μόνος μεταξὺ τῶν υἱῶν τῶν ἀνθρώπων εἶχε τὸ θάρρος, τὴν παρρησίαν, ποὺ τῶ ἔδιδεν ἡ μαρτυρία τῆς ἁγνῆς, τῆς ἀμολύντου συνειδήσεώς Του, νὰ βροντοφωνήση εἰς ὐπήκοον τῶν συγχρόνων του˙ «Τὶς ἐξ ὑμῶν ἐλέγχει με περὶ ἁμαρτίας;» (Ἰωάν. 8, 46). Ὁ Κ., ὅστις ὡς ἐκ τῆς ψυχοσυνθέσεώς του ἀρέσκεται νὰ βλέπη ὅλους τοὺς ἥρωας τῶν μυθιστορημάτων του ὡς δίποδα κτήνη νὰ πίπτουν καὶ νὰ κολυμβοῦν καὶ νὰ ἡδωνίζονται μέσα εἰς τὸ βορβορῶδες τέναγος τῶν σεξουαλικῶν ἐπιθυμιῶν, ἐπεκτείνει δυστυχῶς τὴν νοσηρὰν φαντασίαν του καὶ μέχρι τοῦ Κυρίου.
Κατὰ τὸν Κ. εἰς τὸ χωρίον Μάγδαλα ὑπῆρχεν ἕνα πορνοστάσιον, τοῦ ὁποίου διευθύντρια ἦτο… ἡ Μαρία ἡ Μαγδαληνή. Εἰς αὐτὸ συνέρρεον πλήθη ἐραστῶν πλουσίων νέων ἀπʼ ὅλα τὰ μέρη τῆς Ἀνατολῆς προσκομίζοντες πολύτιμα δῶρα. Συνωστισμὸς πάντοτε παρετηρεῖτο εἰς τὴν αὐλὴν καὶ τοὺς διαδρόμους τοῦ ἀθλίου τοῦτου οἰκήματος. Ἀλλʼ ἕνα βράδυ μεταξὺ τῶν πολλῶν ἐραστῶν, ποὺ ἐπερίμεναν τὴν σειράν των ἦτο καὶ… ὁ Ἰησοῦς! Τὸ τὶ θέτει εἰς τὸ στόμα τοῦ Ἰησοῦ καὶ τῆς Μαγδαληνῆς κατὰ τὴν συνάντησίν των δὲν δυνάμεθα ἐδῶ νὰ ἐπαναλάβωμεν (σελ. 68-96). Μόνον τόσον γράφομεν, ὅτι ὁ Ἰησοῦς φέρεται ζητῶν συγγνώμην παρὰ τῆς Μαρίας Μαγδαληνῆς, διότι αὐτὸς εἶνε πρῶτος, ὅστις κατὰ τὴν παιδικὴν ἡλικίαν ἐξύπνησεν εἰς τὰ στήθη αὐτῆς… τὸν ἔρωτα! Ὁ ἄθλιος Κ. καὶ εἰς τὸ πρόσωπον τοῦ Χριστοῦ ἤθελε νὰ έφαρμόση μὲ ὅλας τὰς συνεπείας τὴν περὶ σεξουαλισμοῦ θεωρίαν τοῦ Φρόϋντ, ἡ ὁποία ὑπὸ τὰ πλήγματα τῆς ὑγιοῦς Ψυχολογίας διασήμων ἐπιστημόνων κατέρρευσε πλέον εἰς ἐρείπια (Ἴδε Σπυρ. Καλλιάφα, καθηγητοῦ Παιδαγωγικῆς Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν – Τὸ Παιδαγωγικὸν Πρόβλημα τῆς Γενετησίου ὁρμῆς, Ἀθῆναι 1955).

Ὁ Κ. ἐπαναλαμβάνων τὴν παλαιὰν συκοφαντίαν τῶν πολεμίων τῆς θεότητος τοῦ Κυρίου, ὅτι οὕτος ἐξεπαιδεύθη εἰς τὰ παρὰ τὴν Νεκρὰν Θάλασσαν ἀσκητήρια τῶν Ἐσσαίων γράφει ὅτι ὁ Ἰησοῦς μὴ δυνάμενος πλέον νὰ ὑποφέρη τὴν ὀργὴν τοῦ λαοῦ διὰ τοὺς σταυρούς, ποὺ κατεσκεύαζε, ἠναγκάσθη νὰ καταφύγη εἰς μοναστήριον καὶ νὰ γίνη καλόγηρος. Μετὰ περιπετειώδη διαδρομὴν φθάνει. Τυπτόμενος ὑπὸ τῆς συνειδήσεως διὰ τὰ πολλὰ ἁμαρτήματά του καὶ μὴ δυνάμενος νʼ ἀναπαυθῆ ζητεῖ τὸν πνευματικὸν πατέρα, τὸν θείον του Ραβίνον, τὸν μπάρμπα Συμεών. Εἰς αὐτὸν πηγαίνει νὰ ἐξομολογηθῆ, ἀλλὰ ἐντρέπεται νὰ εἴπη τὰ ἁμαρτήματά του καὶ ἐτοιμάζεται νὰ φύγη. Καὶ ὁ Ραβίνος˙ «Μὴ σηκώνεσαι, τῶ εἶπε, προσταχτικά, μὴ φεύγεις˙ πειρασμὸς εἶνε καὶ ἡ ντροπή, νίκησέ τη˙ μεῖνε. Ἐγῶ θὰ σὲ ρωτῶ, κάνε ὑπομονή, ἐγῶ θὰ σὲ ρωτῶ καὶ σὺ θʼ ἀποκρίνεσαι». Καὶ οὕτω ἀρχίζει ἡ μακρὰ ἐξομολόγησις τῶν ἀμαρτημάτων τοῦ νεαροῦ Ἰησοῦ, τοῦ σταυρωτή!! Καὶ πρῶτον ἁμάρτημα, ποὺ ἀναφέρει, ποῖον νομίζετε ὅτι εἶνε; Ἀκούσατε καὶ φρίξατε! Τὸ ὅτι παρέσυρε τὴν Μαγδαληνὴν εἰς τὴν ἁμαρτίαν. «Ἐγῶ φταίω, ἐγῶ, καὶ πῆρε τὸν δρόμο ποὺ πῆρε˙ ἀπὸ μικρὸ παιδὶ ἐγὼ τὴν ἔρηξα στὴ σάρκα… Καὶ νὰ ʼταν αὐτὸ μονάχα! Μὰ ἀπὸ μικρὸς κρύβω μέσα μου, βαθιά, ὄχι μονάχα τὸ δαίμονα τῆς πορνείας, παρὰ καὶ τὸ δαίμονα τῆς ἀλαζονείας, γέρο ραβίνο! Μικρὸς ἀκόμα, δὲν μποροῦσα ἀκόμα στέρεα νὰ περπατήσω, πήγαινα τοῖχο τοῖχο καὶ κρατιόμουν νὰ μὴν πέσω, καὶ φώναζα μέσα μου, ὁ ἀδιάντροπος: «-Θεέ μου, καὶ κάμε με Θεό!… Ἀπὸ τότε πιὰ τὸ μυαλό μου σάλεψε… Ἐγῶ ʼμαι ὁ Ἑωσφόρος… Δὲν σωπαίνω, ἔκαμε ὁ νέος ξαναμένος, τώρα πιὰ πάει, δὲ σωπαίνω! Εἶμαι ψεύτης, ὑποκριτής, φοβιτσιάρης, ποτὲ δὲν λέω τὴν ἀλήθεια, δὲν ἔχω κουράγιο˙ βλέπω μιὰ γυναῖκα νὰ περνάη… Φοβοῦμαι, φοβοῦμαι˙ ἄν ἀνοίξης τὸ σπλάχνο μου, θὰ δῆς νὰ κάθηται μέσα, λαγὸς νὰ τρέμη, ὁ φόβος. Ὁ φόβος, τίποτα ἄλλο˙ αὐτὸς εἶνε ἐμένα ὁ Πατέρας μου, ἡ μάνα μου κι ὁ Θεός» (σελ. 143-145).

Ἔτσι παρουσιάζει τὸν Ἰησοῦν ὁ Κ.! Ἄς μαρτυρῆ τὴν ἁγιότητά του ὁ Ἰωάννης ὁ Βαπτιστής, λέγων, ὅτι δὲν ἦτο ἄξιος νὰ σκύψη καὶ νὰ λύση τὸν ἱμάντα τῶν ὑποδημάτων του. Σημειωτέον, ὅτι ἐνῶ ὅλοι οἱ ὑπὸ τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου βαπτιζόμενοι παρέμενον ἐν τοῖς ρείθροις τοῦ Ἰορδάνου ὅσον καιρὸν διήρκει ἡ ἐξομολόγησίς των, μόνον εἰς μόλις εἰσῆλθεν εἰς τὸν ποταμὸν καὶ ἐξῆλθεν ἐξ αὐτοῦ, καὶ αὐτὸς ἦτο ὁ Ἰησοῦς. Ἡ λέξις ἐκείνη τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ματθαῖου, ὅτι ὁ Ἰησοῦς βαπτισθεὶς ἀνέβη ἀπὸ τοῦ ὕδατος ΕΥΘΥΣ (Ματθ. 3, 16) εἶνε χαρακτηριστική. Ἐξῆλθεν εὐθὺς διότι ὡς ἀναμάρτητος οὐδὲν εἶχε νὰ εἴπη ὡς οἰ λοιποὶ τῶν βαπτιζομένων, ἐνῶ κατὰ Κ. ὥρας ὁλοκλήρους ἐξωμολογεῖτο εἰς ἕνα ραββῖνον. Τὴν ἀναμαρτησίαν τοῦ Ἰησοῦ πιστοποιοῦν οἱ αὐτόπται καὶ αὐτήκοοι μαθηταὶ καὶ ἀπόστολοί του, λέγοντες ὅτι «ὅ ἦν ἀπʼ ἀρχῆς, ὅ ἑωράκαμεν τοῖς ὀφθαλμοῖς ἡμῶν, ὅ ἐθεασάμεθα καὶ αἱ χεῖρες ἡμῶν ἐψηλάφησαν, περὶ τοῦ λόγου τῆς ζωῆς» καὶ «ὅς ἁμαρτίαν οὐκ ἐποίησεν, οὐδὲ εὐρέθη δόλος ἐν τῶ στόματι αὐτοῦ» (Α’ Ἰωάν. 1, 1Α’ Πέτρ. 2, 22).

Ἀλλʼ ὅλας αὐτὰς τὰς μαρτυρίας ἀγνοεῖ ὁ Κ. καὶ ἔρχεται νὰ καταρρίψη τὴν θεμελειώδη ἀλήθειαν τῆς ἀναμαρτησίας τοῦ Ἰησοῦ, τὴν στενῶς συνδεδεμένην μὲ τὴν Θεότητα αὐτοῦ, καὶ τὸν Ἰησοῦν, ὁ Ὁποῖος καὶ κατʼ αὐτοὺς ἀκόμη τοὺς ὀρθολογιστὰς εἶνε ἡ ὑψηλοτέρα κορυφὴ τῆς ἠθικῆς ζωῆς, νὰ παρουσιάση ὡς ἕνα ἐκ τῶν τελευταίων ἀνθρώπων τῆς κοινωνικῆς ὑποστάθμης, ὠς ψεύτην καὶ ἀπατεῶνα. Ὁποία πλαστογράφησις τῶν ἱστορικῶν, τῶν Εὐαγγελικῶν σελίδων περὶ τῆς ζωῆς καὶ τῆς δράσεως τοῦ Ἰησοῦ!

Ἐπὶ τέλους ὁ Κ. φθάνει εἰς τὴν Σταύρωσιν, εἰς τὰ Σεπτὰ Πάθη τοῦ Σωτῆρος. Ἀλλʼ ἐδῶ πλέον εἰς τὸ τελευταῖον κεφάλαιον τοῦ βιβλίου (σελ. 491-495) ἐκχύνει ὅλον τὸν βόρβορον τῆς ψυχῆς του διὰ νὰ περιλούση τὸν θεάνθρωπον μὲ τοιαύτας λέξεις καὶ ἐκφράσεις, ποὺ ἀδυνατοῦμεν νὰ έπαναλάβωμεν ἐδῶ. Τόσον μόνον λέγομεν ὅτι κατὰ τὸν Κ. ὁ Κύριος ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ τίποτε ἄλλο δὲν ἐσκέπτετο, τίποτε δὲν ἐπόθει, παρά… τὴν ἀγκάλην τῆς Μαγδαληνῆς, ἐκ τῆς ὁποίας θὰ ἤθελε νʼ ἀποκτήσει υἱὸν καὶ νὰ τὸν ὀνομάση «Παράκλητον» μυκτηρίζων οὕτως ὀ ἄθλιος καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Ἔτσι μέσα εἰς ἕνα ὄνειρον αἰσχροτάτης ἐμπνεύσεως τῆς νοσηρᾶς φαντασίας τοῦ Κ. ἐκπνέει ἡ ἁγιωτέρα ζωὴ ποὺ ἔζησεν ἐπὶ γῆς. Τὶ ὕβρεις! Τὶ βλασφημία!

Ἄχ! Ἀναστενάζει ὁ εὐσεβὴς ἀναγνώστης μαζὺ μὲ τὸν κ. Ζερβὸν τὸν ὁποῖον ἐμνημονεύσαμεν ἀνωτέρω. Πότε θὰ τελειώση ἡ ἀνάγνωσις τῶν βρομερῶν τούτων σελίδων, ποὺ ὑπερβαίνουν εἰς αἰσχρότητα περιγραφὰς Βοκακίου, καὶ μὲ τὰς ὁποίας ἠθέλησε νὰ σπιλώση τὸ ἄσπιλον πρόσωπον τοῦ Ἰησοῦ, πότε θὰ τελειώση ἡ ἀνάγνωσίς των διὰ νὰ πιάσω εἰς τὰ χέρια μου τὸ Ἱερὸν Εὐαγγέλιον, διὰ νὰ διαβάσω ὀλίγους στίχους καὶ νʼ ἀναπνεύσω ἀμόλυντον ἀέρα, διότι κινδυνεύω νὰ πάθω ἀσφυξίαν ἀπὸ τὰ δηλητηριώδη ἀέρια, ποὺ ἐκπέμπει εἰς ὅλην τὴν ἀτμόσφαιραν τῆς Πατρίδος μας ἡ καρδιὰ ἑνὸς ἀπίστου, ἐνὸς ἀντιχρίστου λογοτέχνου καὶ συγγραφέως, τοῦ Ν. Καζαντζάκη.

* * *


Καὶ ὅμως τὸν ὑβριστήν, τὸν μυκτηριστήν, τὸν βλάσφημον τοῦτον τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ἡ Ἑλλάς, τὸ μοναδικὸν Ὀρθόδοξον τοῦτο χριστιανικὸν βασίλειον τῶν Βαλκανίων, ἐκήδευσεν ἐν πομπῆ καὶ παρατάξει, ἐκήδευσε μὲ δημοσίαν δαπάνην. Κατὰ τὴν κηδείαν παρέστησαν ὁ Ὑπουργὸς τῶν Θρησκευμάτων καὶ Παιδείας, ἕνας ἐκ τῶν ἀρχηγῶν τῆς ἀντιπολιτεύσεως, συναρχηγὸς μεγάλου καὶ ἱστορικοῦ κόμματος τῆς Πατρίδος, βουλευταί, πρόεδροι καὶ δήμαρχοι, δημοσιογράφοι, καλλιτέχναι, καθηγηταί, ὁ Πρύτανις τοῦ ἐν Θεσσαλονίκη Πανεπιστημίου κ. Κακριδῆς, σπουδασταὶ τῆς Παιδαγωγικῆς Ἀκαδημίας, οἱ ὁποῖοι ἐκράτουν εἰς τὰς χεῖρας των ἀντὶ Εὐαγγελίων τὰ βιβλία τοῦ Κ., τὸ δὲ θλιβερώτερον ἐξ ὅλων εἰς τὴν κηδείαν παρέστη καὶ ὁ Σεβασμ. Μητροπολίτης Κρήτης κ. Εὐγένιος. Οὗτος, ἄν καὶ προειδοποιήθη* ἐξ Ἀθηνῶν περὶ τῆς ἀλγεινῆς ἐντυπώσεως, τὴν ὁποίαν θὰ ἐδημιούργει παρὰ τῶ εὐσεβεῖ λαῶ ἡ διὰ ἐκκλησιαστικῆς ἀκολουθίας κήδευσις τοῦ δεινοῦ ὑβριστοῦ τῆς ἀμωμήτου ἡμῶν πίστεως, δὲν ἠθέλησε δυστυχῶς νὰ μιμηθῆ τὸ παράδειγμα τοῦ Μ. Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν κ. Θεοκλήτου, ὅστις ἠρνήθη νὰ τεθῆ ἐντὸς ναοῦ τῆς πρωτευούσης, ἔστω καὶ ὀλίγας ὥρας, ὁ νεκρὸς τοῦ Κ., ἀλλʼ ὑπεχώρησεν ἴσως εἰς πίεσιν κοσμικῶν παραγόντων καὶ παρέστη. Νὰ ψάλλη εὐχὰς ἐπικηδείους εἰς ποῖον; Εἰς ἕνα Ἀντίχριστον. Εὖγε ἅγιε Κρήτης!

Ἐξ ἀφορμῆς τῆς παρουσίας τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Κρήτης εἰς τὴν κηδείαν τοῦ ἀντιχρίστου, ἠκούσαμεν πιστὸν τῆς Ἐκκλησίας τέκνον νὰ λέγη: Πόσον ἐπεθύμουν νὰ ἤμουν Μητροπολίτης Κρήτης μίαν καὶ μόνον ἡμέραν, τὴν ἡμέραν τῆς κηδείας τοῦ Κ. διὰ νὰ κλείσω ὅλους τοὺς ναοὺς τῆς πόλεως, διὰ νʼ ἀπαγορεύσω εἰς ὅλους τοὺς ἱερεῖς νὰ παρακολουθήσουν τὴν κηδείαν, διὰ νὰ εἴπω πρὸς τοὺς ἐπιμένοντας: Πηγαίνετέ τον, κύριοί μου, εἰς Τζαμί, εἰς Χάβραν, εἰς στοὰν Μασονικήν, πηγαίνετέ τον ὅπου θέλετε, ἀλλʼ εἰς ναὸν Ορθόδοξον δὲν θὰ ἐπιτρέψω, διότι ἀκούω εἰς τʼ αὐτιά μου τὰ φρικτὰ λόγια τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, ἀφορίζοντος τοὺς ἀρνητάς, τοὺς ὑβριστὰς τοῦ Θεανθρώπου˙ «Εἴ τις οὐ φιλεῖ τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, ἤτω ἀνάθεμα˙ μαρὰν ἀθά» (Α’ Κορινθ. 16, 22).
Δυστυχῶς ἡ Ἐκκλησία Κρήτης ἐν τῶ προσώπω τοῦ Σεβασμ. Μητροπολίτου αὐτῆς τὴν ἡμέρα τῆς κηδείας τοῦ Κ. ἔδωκεν ἐξετάσεις καὶ ἐμηδενίσθη ἐν τῆ συνειδήσει τοῦ Ὀρθοδόξου πληρώματος. Καὶ νὰ ἦτο ἡ μόνη περίπτωσις!

Πρὸς δὲ ὅλους ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι παρέστησαν κατὰ τὴν κηδείαν τοῦ Κ. καὶ ὅλως ἰδιαιτέρως πρὸς τὸν Ὑπουργὸν τῶν Θρησκευμάτων κ. Γεροκωστόπουλον, τὸν συναρχηγὸν τοῦ κόμματος τῶν Φιλελευθέρων κ. Παπανδρέου, τὸν κ. Πρύτανιν τοῦ ἐν Θεσσαλονίκη Πανεπιστημίου θέλομεν νʼ ἀπευθύνωμεν μίαν καὶ μόνην ἐρώτησιν: Ἐὰν, ἀξιότιμοι κύριοι, ἐὰν ὁ Κ., ἀντὶ νὰ γρἀψη βιβλίον μὲ θέμα τὴν ἰδιωτικὴν καὶ δημοσίαν ζωὴν τοῦ Θεανθρώπου, ἔγραφε βιβλίον μὲ θέμα τὴν ἰδιωτικὴν καὶ δημοσίαν ζωὴν τῶν σεβαστῶν γονέων σας καὶ ὕβριζε τὴν ἱεράν των μνήμην καὶ ἀπεκάλει τὴν μητέρα σας αἰσχρὰν πόρνην, καὶ ἕνα ἕκαστον ἐξ ὑμῶν ὄχι γνήσιον τέκνον τῶν γονέων σας, ἀλλὰ… μπάσταρδον, σᾶς ἐρωτῶμεν τὶ θὰ ἐκάνετε, θὰ μεταβαίνετε εἰς τὴν κηδείαν του, θὰ κατεθέτετε στέφανον, θὰ ἐξυμνεῖτε τὸν «φουμισμένον» συγγραφέα, θὰ τὸν ἐρραίνετε μὲ ἄνθη; Σᾶς ἐρωτῶμεν ἐνώπιον τοῦ Πανελληνίου καὶ περιμένομεν ἀπάντησιν ἀπὸ σᾶς κ. Πρύτανι τοῦ ἐκ Θεσ)κη Πανεπιστημίου, τοῦ ὁποίου ἡ σφραγὶς στολίζεται μὲ τὴν εἰκόνα τοῦ μεγαλομάρτυρος Ἁγ. Δημητρίου, Πολιούχου τῆς πόλεως. Διὰ τὴν συμμετοχήν σας καὶ μόνον, κ. Πρύτανι, εἰς κηδείαν ἑνὸς τοιούτου ἀσεβοῦς, τοῦ ὁποίου τὰ συγγράμματα κατεδίκασεν ἡ Ἐκκλησία ἡμῶν, ὁ Π. Μητροπολίτης Θεσ)κης κ. Παντελεήμων διαμαρτυρόμενος δὲν πρέπει νὰ πατήση εἰς τὸ Πανεπιστήμιον, σοῦ πρυτανεύοντος, οὔτε νὰ ἐπιτρέψη τὴν εἴσοδόν σου εἰς ναὸν Ὀρθόδοξον κατὰ τὴν ἑορτὴν τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, οἱ ὁποῖοι ἐὰν ἔζων σήμερον θὰ ἀφώριζον καὶ θὰ ἐξέβαλλον τῶν Ἱερῶν Ναῶν ὅλους τοὺς συνευδοκοῦντας καὶ ἐπαινοῦντας τὰ συγγράμματα ἑνὸς ἀπίστου καὶ βλασφήμου συγγραφέως. Διότι ἡ περίπτωσις τοῦ Κ. εἶνε μία ἀπὸ τὰς ὀλίγας ἐκείνας περιπτώσεις, διὰ τὰς ὁποίας πᾶς Ἕλλην, βεβαπτισμένος εἰς τὸ Ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος καὶ πιστεύων ὄτι ἡ ἐν Χριστῶ πίστις εἶνε ἡ ὑψίστη ἀξία τῆς ζωῆς, θὰ ἔπρεπεν ἀκούων καὶ ἀναγιγνώσκων τὰς πρωτακούστους ὕβρεις ἐκ στόματος ἑνὸς Ἕλληνος νὰ αἰσχύνονται, διότι έγεννήθη Ἕλλην.
Ἀλλὰ θὰ ἔλθη ἡμέρα κατὰ τὴν ὁποίαν ὁ Ἑλληνικὸς λαὸς θὰ τελέση τὸν ἐξαγνισμὸν καίων δημοσία τὰ βιβλία τοῦ ἀντιχρίστου τοῦτου συγγραφέως, διὰ τῶν ὁποίων ἐν μέσω τῆς Ὀρθοδόξου χώρας ἡμῶν καθυβρίζεται ὅσον οὐδέποτε ἄλλοτε ὁ Θεάνθρωπος. Ὅν παῖδες Ἑλλήνων εἰς πεῖσμα μυρίων διαμόνων, μυρίων Καζαντζάκηδων, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοῦς αἰῶνας.

* Ὁ ἐν Ἀθήναις δρῶν Ὀρθόδοξος Σύλλογος «Μ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ» δύο ἡμέρας πρὸ τῆς κηδείας ἀπέστειλεν εἰς τὸν Σεβ. Μητροπολίτην Κρήτης κ. Εὐγένιον σχετικὸν τηλεγράφημα, δημοσιευθὲν καὶ εἰς καθημερινὰς ἐφημερίδας. Ἐπίσης ὁ ἴδιος Σύλλογος ἀπέστειλεν εἰς ὅλην τὴν Ἱεραρχίαν τοῦ Ὀρθοδόξου βασιλείου τῆς Ἑλλάδος, ἐμπεριστατωμένον ὑπόμνημα εἰς τὸ ὁποῖον ἐμφαίνονται αἱ φρικταὶ βλασφημίαι, αἱ περιεχόμεναι εἰς ἕνα καὶ μόνον ἐκ τῶν πολλῶν βιβλίων τοῦ Κ. Ἄς ἴδωμεν ἐὰν ἐπίσκοπός τις ἐκ τῶν 100 ἐπισκόπων, ποὺ ἔχει ἡ Ἑλλάς, ἐκτελέση στοιχειῶδες καθῆκον ἀφορίζον τὸν ἀντίχριστον. Ἐν τῶ μεταξὺ τὸ Ὀρθόδοξον Κράτος ἐτοιμάζεται νὰ ἐκδώση καὶ ἀναμνηστικὸν γραμματόσημον Καζαντζάκη. Ἐὰν ἐκδώση, οὐδεῖς Ὀρθόδοξος Ἕλλην πρέπει νὰ τὸ ἀγοράση. Θὰ εἶναι προδοσία τῆς πίστεώς μας.
«ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΣΠΙΘΑ» Νοέμβριος 1957 αριθ. φύλλου 199

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Δεν επιτρέπονται σχόλια που συκοφαντούν κάποιο πρόσωπο, που περιέχουν υβριστικούς χαρακτηρισμούς κλπ.

Προσωρινά ενεργοποιήθηκε η προ-έγκριση επειδή υπήρξαν κρούσματα προσβλητικής συμπεριφοράς και οφείλουμε να διαφυλάξουμε την αξιοπρέπεια του ιστολογίου μας.
Για τον ίδιο λόγο λόγο ενεργοποιήσαμε να σχολιάζουμε μόνον όσοι έχουν προφίλ.

Γράψτε το σχόλιό σας και απλά περιμένετε λίγες ώρες μέχρι να το δείτε δημοσιευμένο.

Σχόλιο που τηρούν στοιχειώδη κανόνες ευπρέπειας είναι αυτονόητο ότι αποτελούν αφορμή διαλόγου και ουδέποτε θα λογοκριθούν.

Ανώνυμα σχόλια που επαναλαμβάνουν συνεχώς τα ίδια χωρίς να προσθέτουν κάτι στην συζήτηση ενδέχεται να διαγραφούν για την διαφύλαξη της ποιότητας. Τα σχόλια δεν είναι πεδίο στείρας αντιπαράθεσης αλλά προβληματισμού και γόνιμου διαλόγου.