Τρίτη 28 Μαρτίου 2017

Ἡ ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου καὶ ὁ ὑποχρεωτικὸς καὶ μὴ δυνητικὸς χαρακτῆρας τοῦ 15ου Κανόνα

Οἱ Ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας θεσπίζοντας τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες, εἶχαν ὡς σκοπὸ τὴν ὁριοθέτηση τοῦ χριστιανικοῦ βίου μὲ βάση τὰ δόγματα τῆς Ἐκκλησίας ὡς ὁλοκλήρωση ἀληθινῆς καὶ ἐλεύθερης ἐν Χριστῷ ζωῆς. Οἱ Ἱεροὶ Κανόνες «δὲν εἶναι νομικοὶ κανονισμοί, ἀλλὰ ἐφαρμογὲς τῶν δογμάτων τῆς Εκκλησίας» (V. Lossky, Ἡ μυστικὴ θεολογία τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας, σελ. 206), τῶν ὁποίων ἡ ἐφαρμογὴ καὶ ὑπεράσπιση, ἐφ’ ὅσον στοχεύει στὴν θεραπεία τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι γιὰ κάθε συνειδητὸ Χριστιανὸ ὑποχρεωτική.
«Σὲ κανέναν δὲν ἐπιτρέπεται νὰ παραχαράξει ἢ νὰ ἀθετήσει τοὺς Κανόνες, ποὺ ἔχουν προδηλωθεῖ. Ἐὰν κάποιος καταργήσει κάποιον Κανόνα, ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ ἔχουν εἰπωθεῖ, μὲ τὸν σκοπὸ νὰ καινοτομήσει ἢ νὰ ἀνατρέψει, αὐτὸς εἶναι ὑπεύθυνος σχετικὰ μὲ αὐτὸν τὸν Κανόνα, ὁ ὁποῖος ἐπιβάλλει καὶ δέχεται τὸ ἐπιτίμιο καὶ μέσω αὐτοῦ θεραπεύει τὸν καθένα, ποὺ πέφτει σὲ σφάλμα» (2ος Κανόνας τῆς 6ης Οἰκουμενικῆς Συνόδου).



Ἡ ὑποχρεωτικὴ τήρηση τῶν Ἱερῶν Κανόνων δὲν ἔχει νὰ κάνει μὲ μία τήρηση συμβατικῶν Κανόνων συμπεριφορᾶς ποὺ θεσπίστηκαν ἀπρόσωπα καὶ λειτουργοῦν γενικὰ ὡς Κανόνες συμβίωσης καὶ διαπροσωπικῆς γαλήνης καὶ εἰρήνης, ὥστε νὰ προσαρμόζονται στὴν θέληση καὶ δυνατότητα τοῦ κάθε πιστοῦ. Ἔχει νὰ κάνει μὲ τὴν προστασία καὶ τὸ ὀρθό βίωμα κοινωνίας καὶ σχέσης μεταξὺ τῶν Χριστιανῶν καὶ μεταξὺ τῶν Χριστιανῶν μὲ τὸν Θεό, «στὴν κατὰ περίπτωση ἀνόθευτη διαφύλαξη τῆς ἀναγκαίας γιὰ τὴν ζωὴ τῶν πιστῶν πληρότητος τοῦ περιεχομένου τῆς ἀληθείας τῆς ἀποκαλύψεως ἀπὸ κάθε παρανόηση ἢ παρέκκλιση, ἤτοι στὴν ὀρθὴ βίωση τῆς οὐσίας τοῦ Μυστηρίου τῆς Ἐκκλησίας σὲ κάθε στιγμὴ τῆς ἱστορίας» (Βλ. Φειδά, Ἱεροὶ Κανόνες καὶ Καταστατικὴ Νομοθεσία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, σελ. 42). 


Ἡ ὑποχρεωτικὴ τήρηση τῶν Ἱ. Κανόνων δὲν εἶναι ἔργο προσωπικῆς δυνατότητας ἀλλὰ ὑπέρβαση τοῦ Ἐγώ μας. Ἡ ὑποχρεωτικὴ δηλ. τήρηση τῶν Ἱ. Κανόνων δὲν ἔχει σχέση μὲ τὸ τί ἐμεῖς προσωπικὰ μποροῦμε νὰ κάνουμε, ἀλλὰ μὲ τὴν βοήθεια ποὺ παίρνουμε ἀπὸ τὴ Θ. Χάρη, ὥστε νὰ
ὑπερβοῦμε τὸ Ἐγώ μας καὶ νὰ γίνουμε μέτοχοι, ὡς μέλη τῆς Ἐκκλησίας στὸ σωτηριολογικὸ ἔργο Της. Καὶ οἱ δύο σχέσεις, μεταξὺ τῶν Χριστιανῶν καὶ μεταξὺ τῶν Χριστιανῶν μὲ τὸν Θεό, διακατέχονται ἀπὸ τὸ αὐτὸ τὸ στοιχεῖο τῆς ὑπέρβασης, ὑπέρβαση τῶν παθῶν καὶ τῶν ἀδυναμιῶν μας.. Ἐὰν δὲν ἰσχύουν αὐτὰ οἱ Ἱ. Κανόνες γίνονται τότε μέσα, ποὺ ἐγκλωβίζουν τὸν ἄνθρωπο στὴν μεσότητα καὶ στὸν συμβιβασμό, στὴν αὐτοδικαίωση καὶ στὴν ὑποδούλωση στὸ προσωπικό του θέλημα «Οὐδεὶς δύναται δυσὶν κυρίους δουλεύειν· ἤ γὰρ τὸν ἕνα μισήσει καὶ τὸν ἕτερον ἀγαπήσει, ἤ ἑνὸς ἀνθέξεται καὶ τοῦ ἑτέρου καταφρονήσει. οὐ δύνασθε Θεῷ δουλεύειν καὶ μαμωνᾷ» (Ματθ. 6, 24).

Τηρώντας τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες καὶ ὑπερασπίζοντας τὰ δόγματα τῆς Ἐκκλησίας σύμφωνα μὲ τὴν διδασκαλία καὶ τὸ παράδειγμα τῆς βιωτῆς τῶν Ἁγίων Πατέρων, βιώνουμε τὴν ἐλευθερία μας ὡς πραγματικὰ τέκνα τοῦ Θεοῦ, διότι ὡς ἐλεύθεροι, ἐλευθέρως ἀναγνωρίζουμε τὴν ὑποχρέωση, τὴν τηροῦμε καὶ γι' αὐτὸ νιώθουμε ἐλευθερία εἰρήνη καὶ χαρά, τὴν εἰρήνη καὶ τὴν χαρὰ τοῦ Χριστιανοῦ. «Ὅσοι συνταχθοῦν μὲ αὐτὸν τὸν Κανόνα, νὰ ἔχουν εἰρήνη καὶ ἔλεος» (Γαλ. 6, 16).

Αὐτὴ ἡ ἐλευθερία καὶ ἡ χαρὰ μᾶς ξεχωρίζει ἀπὸ τοὺς δούλους. «Τῇ ἐλευθερίᾳ οὖν ᾗ Χριστός ἡμᾶς ἐλευθέρωσε στήκετε, καί μή πάλιν ζυγῷ δουλείας ἐνέχεσθε» (Γαλ. ε´, 1). Δουλεία προκαλοῦν τὰ πάθη, δουλεία καὶ κατάργηση τῆς ἐν Χριστῷ ἐλευθερίας προκαλεῖ ἡ αἵρεση, τὴν ὁποία πολεμοῦμε σθεναρὰ ἐφαρμόζοντας καὶ θεωρώντας ὑποχρεωτικοὺς τοὺς Ἱ. Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας μας. Γι’ αὐτὸ καὶ οἱ Ἅγιοι Πατέρες δὲν δίστασαν νὰ ἀναθεματίζουν, ὅποιος τοὺς ἀθετήσει (φανερὴ ἀποφατικὴ ἀπόδειξη τοῦ ὑποχρεωτικοῦ χαρακτῆρα): «Βλέπε φοβερὸν λόγον ἀγαπητέ. Σὲ ὅσους καταφρονοῦν τοὺς θείους καὶ Ἱεροὺς Κανόνες τῶν ἱερῶν Πατέρων μας, οἱ ὁποῖοι στηρίζουν τὴν ἁγία Ἐκκλησία, κοσμοῦν ὅλη τὴν χριστιανικὴ πολιτεία καὶ ὁδηγοῦν πρὸς τὴν θεία εὐλάβεια, ἀνάθεμα» (Σύνοδος τῆς Κωνσταντινουπόλεως, σελ. 977 τοῦ 2ου τόμου τῶν συνοδικῶν).

Θεωρώντας τὸν κάθε Ἱ. Κανόνα ὡς ὑποχρεωτικὸ καὶ μὴ δυνητικὸ ἀπαρνούμαστε τὴν δουλεία τῶν παθῶν καὶ τῶν αἱρέσεων καὶ καλούμαστε οἰκειοθελῶς στὴν ἄλλη δουλεία, στὴν «ἐν Χριστῷ» δουλεία. Παράδοξος τρόπος νὰ εἴμαστε ἐλεύθεροι ἀλλὰ ἀληθινός. Καλούμαστε νά ὑπομείνουμε μέσω τῆς μετανοίας καὶ τῆς τήρησης τῶν Κανόνων τὴν ἐξόντωση τῶν ἀδυναμιῶν μας, τήν ὑπαρξιακή μας, ὅσον εἶναι γιὰ τὸν καθένα δυνατόν, ἐξόντωση χάριν τοῦ Χριστοῦ καί τοῦ Εὐαγγελίου Του, ὡς τήν μοναδικὴ προϋπόθεση τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων. «Ἄκουσα καὶ δὲν τήρησα... δὲν τήρησες; Καταδίκασες τὸν ἑαυτό σου κατὰ τὸ ἥμισυ˙ [δηλ. ἐπειδὴ νιώθεις ὅτι δὲν τήρησες τὸν νόμο]. Διότι αὐτὸς ποὺ καταδικάζει τὸν ἑαυτό του ὅτι δὲν τηρεῖ, προσπαθεῖ νὰ τηρήσει». (Χρυσοστόμου, λόγος 4ος περὶ μετανοίας).

Ἡ ἐλευθερία μας καί ἡ «ἐν Χριστῷ» δουλεία μας θεωροῦνται ἀλληλένδετες καὶ ὑποχρεωτικές, μὴ δυνητικές, προϋποθέσεις τῆς σωτηρίας μας. Ἀκολούθως καὶ ἡ προάσπιση τῶν δογμάτων τῆς Ἐκκλησίας ἀποτελεῖ αὐτομάτως καὶ ὑπεράσπιση τῆς ἐλευθερία μας καί τῆς «ἐν Χριστῷ» δουλείας μας. Πόσῳ μάλλον, ὅταν ἡ ἡ μὴ ἐφαρμογὴ τῶν Ἱ. Κανόνων καὶ ἡ ἐπαφὴ μὲ τοὺς αἱρετικοὺς ἐπιφέρει καὶ μόλυνση, ὅπως τονίζουν οἱ Πατέρες: «Ἐκδιώξατε τὸν πονηρόν καὶ σκολιὸν ἐξ ὑμῶν, ἤ φύγετε ἀπ’ αὐτοῦ· ἐπειδὴ πᾶσα κακία μολύνει τὸν ἄνθρωπον. Διά τοῦτο καὶ ὁ Δαβίδ, φεύγων τοὺς πονηρούς, ἔλεγεν· “Οὐκ ἐκάθισα μετὰ συνεδρίου ματαιότητος, καὶ μετὰ παρανομούντων οὐ μή εἰσέλθω. Ἐμίσησα ἐκκλησίαν πονηρευομένων”. Διὰ τί δέ ταῦτα ἐποίει; Ἐπειδὴ πάλιν λέγει ἀλλαχοῦ· “Μετὰ ὁσίου ὅσιος ἔσῃ, καὶ μετὰ ἐκλεκτοῦ ἐκλεκτός ἔσῃ, καὶ μετὰ στρεβλοῦ διαστρέψῃς”. Καὶ γάρ οἷός ἐστιν ὁ συνοικῶν μετὰ σοῦ, τοιοῦτον ἀπεργάσεται εἶναί σε» (Μ. Ἀθανασίου, Ρήσεις καὶ ἑρμηνεῖαι Παραβολῶν τοῦ Ἁγίου Εὐαγγελίου, Ἐξ Ἐπιστολῶν Παύλου).



Τὸ ἐρώτημα λοιπόν, ποὺ γεννιέται, δὲν εἶναι, ἂν εἶμαι ὑποχρεωμένος νὰ τηρήσω τὸν Κανόνα, ἀλλὰ ἂν θέλω νὰ εἶμαι Χριστιανός, μὲ ὅτι αὐτὸ συνεπάγεται. Καὶ αὐτὸ ἀποτελεῖ πραγματικὴ ἐλευθερία: Δικαίωμα ἐπιλογῆς ἀλλὰ καὶ ὑποχρέωση ἐφαρμογῆς καὶ ὑπεράσπισης αὐτοῦ ποὺ ἐπέλεξα. Ἐχθές, τὴν Κυριακὴ τῆς Σταυροπροσκυνήσεως ἀκούσαμε τὸν Χριστὸ νὰ μᾶς λέει:
«Εἴ τις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθείτω μοι. Ὃς γὰρ ἂν θέλῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ σῶσαι, ἀπολέσει αὐτήν· ὃς δ’ ἂν ἀπολέσῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ἕνεκεν ἐμοῦ, εὑρήσει αὐτήν. Τί γὰρ ὠφελεῖται ἄνθρωπος, ἐὰν τὸν κόσμον ὅλον κερδήσῃ, τὴν δὲ ψυχὴν αὐτοῦ ζημιωθῇ; Ἢ τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ;» (Ματθ. ιστ´, 24).

Τὸ μόνο ποὺ ἔχει δυνητικὸ ἢ ἀκόμα, ἂν θέλει κανείς, καὶ προτρεπτικὸ χαρακτῆρα σὲ αὐτὰ τὰ λόγια εἶναι τὸ «Εἴ τις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν». Ὁ Χριστὸς σεβόμενος τὴν ἐλευθερία μας μᾶς ἀφήνει τὸ αὐτεξούσιο καὶ τὸ δυνητικὸ ποὺ τὸ συνοδεύει. Μετὰ ὅμως τὴν ἀπόφαση μας εἶναι ξεκάθαρος: Θέλεις νὰ σώσεις τὴν ψυχή σου, σήκωσε τὸν σταυρό σου καὶ ἀκολούθησέ με. Δὲν λέει, ἂν μπορεῖς, δὲν λέει ἂν θέλεις, ἀλλὰ σήκωσε, προστακτική· καὶ τὴ στιγμὴ ἀκριβῶς ποὺ θὰ προσπαθήσεις μὲ κόπο νὰ σηκώσεις τὸ σταυρό σου, θὰ ἔλθει καὶ θὰ στὸν κάνει «ἐλαφρὸ» ἡ Θ. Χάρη. Κάθε ἀντικατάσταση τῆς προστακτικῆς μὲ δυνητικοῦ χαρακτῆρα ἑρμηνείες ἀποτελεῖ συμβιβασμό, ἐπικάλυψη τῶν ἀδυναμιῶν καὶ παθῶν μας. Μήπως δὲ ξέρει μόνο Αὐτὸς ὅλα μας τὰ πάθη καὶ ὅλες μας τὶς ἀδυναμίες; Θέλει ὅμως νὰ τὰ ἀφήσουμε ὅλα σὲ αὐτὸν καὶ ὄχι στὶς ὑποτιθέμενες δυνάμεις μας. Ὀρθά κοφτά, ξεκάθαρα ἀπαιτεῖ τήν πλήρη ἔνταξη τῆς ζωῆς μας στή ζωή Του, στή δόξα Του, τὴν ὁποία συμβολίζει ὁ Σταυρός Του. Ὁ Σταυρὸς ποὺ σηκώνει καὶ ὁ κάθε πιστὸς ἐφαρμόζοντας ἐλευθέρως καὶ πιστὰ τοὺς Ἱ. Κανόνες καὶ τὶς ἐντολὲς τοῦ Κυρίου. 

Δὲν τηροῦμε ἕναν Κανόνα, διότι ἐπιφέρει ἢ δὲν ἐπιφέρει ἐπιτίμιο, πράγμα ποὺ δείχνει τὸν δοῦλο, ἀλλὰ ἐπειδὴ ἡ τήρηση αὐτὴ μᾶς φέρνει σὲ συμφωνία-κοινωνία μὲ τὸν Κύριο καὶ Θεό μας, πράγμα ποὺ δείχνει ἀγάπη, ἀγάπη ἐλευθερίας: «᾿Εὰν ἀγαπᾶτέ με, τὰς ἐντολὰς τὰς ἐμὰς τηρήσατε» (Ἰωαν. ιδ’,15). Αὐτὸς εἶναι ὁ χαρακτήρας τῶν Ἱ. Κανόνων. Ἡ μὴ τήρηση τῶν Ἱ. Κανόνων ἐπιφέρει στὸν ἐλεύθερο ἄνθρωπο τύψεις, στὸν συμβιβασμένο ἀνάπαυση. «Πολλοὶ εἴμαστε αὺτοὶ ποὺ μιλοῦν, λίγοι ὅμως αὐτοὶ ποὺ πράττουν. Καὶ ὅμως κανεὶς δὲν ἔπρεπε νὰ νοθεύει τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ λόγω τῆς δικῆς του ἀμέλειας, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν μία νὰ ὁμολογεῖ τὴν δική του ἀσθένεια καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη νὰ μὴν ἀποκρύπτει τὴν ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ μὴν γίνουμε ὑπόδικοι λόγω τῆς παράβασης τῶν ἐντολῶν Του καὶ τῆς τοῦ λόγου «τοῦ Θεοῦ παρεξηγήσεως» (Ἁγ. Μαξίμου, κεφ. 85 τῆς 4ης ἑκατοντ. τῶν περὶ ἀγάπης, σελ. 329 τῆς Φιλοκαλίας). 

Ὁλόκληρη ἡ ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία μᾶς διδάσκει, ὅτι ὁ Χριστὸς εὐλόγησε τὴν ὁλοκληρωτικὴ ἀσυμβίβαστη μαρτυρία καὶ ὁμολογία, τὴν ὑποχρεωτικὴ ὑπακοὴ στὸ θέλημά Του καὶ ὄχι τὸν συμβιβασμὸ καὶ τὴν μεσότητα. «Ἐξέλθετε ἐκ μέσου αὐτῶν καὶ ἀφορίσθητε καὶ ἀκαθάρτου μὴ ἅπτεσθε, καγώ εἰσδέξομαι ὑμᾶς καὶ ἔσομαι ὑμῖν εἰς Πατέρα καὶ ὑμεῖς ἔσεσθέ μοι εἰς υἱοὺς καὶ θυγατέρας, λέγει Κύριος Παντοκράτωρ» (Β' Κορ. 6, 17-18). Γι’αὐτὸν τὸν λόγο εἶναι ὑποχρεωτικὸς καὶ ὁ 15ος Κανόνας. Διότι δείχνει, τὴν ἐλεύθερη βούληση μας να συνταχθοῦμε, πιστοὶ στὴν ὁμολογία τῆς Βαπτίσεώς μας, μὲ τὸν Χριστό, ὡς πραγματικὰ τέκνα Του, μὴ φοβούμενοι ἐπιτίμια, ἀλλὰ ἀπὸ ἀγάπη καὶ ἀκλόνητη πεποίθηση, ὅτι Αὐτὸς εἶναι ἡ μόνη Ἀλήθεια, ἡ Μία Πίστη. Ἐφαρμόζοντας τον Ἱ. Κανόνα ζητοῦμε ἀπὸ τὸν Χριστὸ νὰ μᾶς ἀξιώσει στὸ τέλος τοῦ συντόμου βίου μας, νὰ ποῦμε ὡς ἐλεύθερα τέκνα Του τὰ περίφημα Παύλεια λόγια, λόγια μίας ἐλεύθερης ἐπιλογῆς: 

«Τὸν ἀγῶνα τὸν καλὸν ἠγώνισμαι, τὸν δρόμον τετέλεκα, τὴν πίστιν τετήρηκα» (πρὸς Τιμ. Β΄, 4).

Ἀδαμάντιος Τσακίρογλου

3 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Καλο το αρθρο, τεκμηριωνει κι απο αλλη οπτικη την υποχρεωτικοτητα.
Αν ηταν δυνητικος ο κανονας, θα ητανε απλη νουθεσια Πατερων και δεν θα γραφοταν στο Ιερο Πηδάλιο, ως Κανονας. Απλά χρησιμοποίησαν αυτη την διατυπωση οι Πατερες γιατι ο Κανονας ειναι αμεσα συνδεδεμενος με τον προηγουμενο (ο οποίος ορίζει βαριά επιτιμια σε όσους κανουν διακοπη μνημοσυνου για αλλους λογους, εκτος Πιστεως), ειναι δηλαδή "πακετο" κι οι Πατερες δεν θελανε να δωσουνε θαρρος σε θερμοαιμους να κανουν αποτειχιση σε περιπτωσεις που η αιρετική διδασκαλία γινότανε συγκεκαλλυμένα (εκείνοι θα υποστήριζαν ότι έχουνε ντοκουμεντα, που πολλες φορες θα ητανε αμφιβολα), καθώς και σε αναιτιες διακοπες μνημοσυνου για λόγους εκτός Πιστεως. Κι ο 15ος Κανονας της Πρωτοδευτερας είναι σε απολυτη συμφωνία με τους κατωθι κανονες που ΠΡΟΫΠΗΡΧΑΝ κι οι οποίοι θέτουν υπό αφορισμό οσους συμπροσευχονται κι υπό καθαίρεση οσους κανουν αναγνωριση Ιερωσυνης στους αιρετικους
Κανών ΜΕ' των Αγ. Αποστόλων: "Επίσκοπος, ή Πρεσβύτερος, ή Διάκονος αιρετικοίς συνευξάμενος, μόνον, αφοριζέσθω, ει δε επέτρεψεν αυτοίς, ως Κληρικοίς ενεργήσαί τι, καθαιρείσθω"
Πώς λοιπόν είναι δυνατόν να μνημονεύεται "Επίσκοπος" που τελεί υπο αφορισμό ή καθαίρεση σε μελλοντική Συνοδο ; Κι αν τον μνημονευαν, ποιοί θα απαρτίζανε τη μελλοντικη Συνοδο και κυριως πώς θα υπήρχε η πίεση ώστε να δημιουργηθεί η Σύνοδος ;
Γι΄αυτο κι οι Πατέρες εφάρμοζαν την διακοπή μνημοσύνου σε τετοιες περιπτωσεις πριν την είσοδο του 15ου κανονα στο Ιερό Πηδαλιο, καθώς αλλωστε προϋπήρχε κι ο αναλογος κανόνας (κι ευρυτερης εμβελειας) των Αγ. Αποστόλων
ΚΑΝΩΝ ΛΑ'
Ει τις Πρεσβύτερος, καταφρονήσας του ιδίου Επισκόπου, χωρίς συναγάγει, και θυσιαστήριον έτερον πήξει, μηδέν κατεγνωκώς του Επισκόπου εν ευσεβεία, και δικαιοσύνη, καθαιρείσθω, ως φίλαρχος. Τύραννος γαρ εστίν, ωσάυτως δε και οι λοιποί Κληρικοί, και όσοι αν αυτώ προσθώνται, οι δε λαϊκοί αφοριζέσθωσαν. Ταύτα δε μετά μίαν, και δευτέραν, και τρίτην παράκλησιν του Επισκόπου, γινέσθω.
Κανών ΜΕ' των Αγ. Αποστόλων: "Επίσκοπος, ή Πρεσβύτερος, ή Διάκονος αιρετικοίς συνευξάμενος, μόνον, αφοριζέσθω, ει δε επέτρεψεν αυτοίς, ως Κληρικοίς ενεργήσαί τι, καθαιρείσθω"

Σταύρος

Ανώνυμος είπε...

Ποσο σκοτιζει τη διανοια ο υπερμετρος ζηλος! Γραφονται ολοκληρα σεντονια με σοφιστιες για να μας παρουσιασουν το ασπρο μαυρο. Αν ηταν υποχρεωτικος ο κανονας [και για την ακριβεια η εξαιρεση του κανονα, γιατι περι αυτου προκειται]δεν θα επαινουσε τους αποτειχιζομενους. Απλη λογικη, την οποια απωλεσαν προ πολλου οι ''υπερορθοδοξοι''αντιοικουμενιστες.

Χρύσα Πολίτη είπε...

Προς τον ανώνυμο ''5:41''.
Συγγνώμη, από που προκύπτει η συλλογιστική ότι οι αποτειχισμένοι επαινούνται επειδή ο ιερός κανόνας δεν είναι υποχρεωτικός;;Η παρότρυνση για έπαινο προκύπτει όχι λόγω της δυνητικότητας του κανόνα αλλά λόγω της διαπιστωμένης από τους Πατέρες αδυναμίας των κληρικών να τον εφαρμόσουν εν αντιθέσει με το σταυρικό, θυσιαστικό φρόνημα εκείνων που τον εφαρμόζουν ώστε να διαφοροποιηθούν από τους λυκοποιμένες και από αυτούς που δια της σιωπής τους συναινούν ή εν τοις πράγμασι συμπράττουν (δια της κοινωνίας) έστω και αν λεκτικά ορθοδοξούν.Εν ολίγοις επαινούνται αυτοί που δε θα προδώσουν την πίστη και η αγιοπνευματική αυτή πράξη τους (δηλ. αποτείχιση από τους αιρετικούς) δεν είναι αυτονόητη εν καιρώ αιρέσεως όπως αποδεικνύεται και σήμερα από τους υποστηρικτές της δυνητικότητας του κανόνα.
Να το θέσω και αλλιώς...είναι δυνατόν το Άγιον Πνεύμα δια των Θεοφόρων Πατέρων να θέσπισε έναν κανόνα κατά τον οποίο αυτοί που φρονούν ορθόδοξα θα μπορούν να κοινωνούν με τους αιρετίζοντες ενώ οι τελευταίοι θα εκδιώκουν τους αποτειχισμένους ένεκα της πίστεως και αυτό δεν θα είναι προδοσία και σύνταξη με τους διώκτες των ομολογητών πατέρων;;;Δηλαδή για εσάς δεν υπάρχει κάτι τραγικά προβληματικό σε αυτή την κατάσταση;;
Τί είμαστε, προτεστάντες;;;Ο καθένας θα εφεύρει δικό του δρόμο αντίστασης αλλά θα συνεχίσουν αιρετικοί και ορθόδοξοι να κοινωνούν μαζί εντός ενός ενιαίου εκκλησιαστικού πλαισίου;;Αυτό θυμίζει μια τυπολογία θεωρίας των κλάδων ή ισότητας των δογμάτων που υποδεικνύει την συνύπαρξη και κοινωνία αιρετικών και ορθοδόξων στον χώρο της Εκκλησίας του Χριστού (μη γένοιτο!).
Ούτως ή άλλως δεν είναι μόνο ο εν λόγω κανόνας ο οδοδείκτης μας περί του τρόπου προστασίας μας από και του αγώνος μας εναντίον της εκάστοτε αίρεσης.Όλο το αγιογραφικό και αγιοπατερικό πνεύμα και πρακτική δείχνουν προς αυτόν τον δρόμο.Ο καθένας ας πράξει βάσει της προαίρεσής του λοιπόν αλλά μην ψάχνουμε προφάσεις εν αμαρτίαις για να αλλοιώσουμε την παραδεδεγμένη διαχρονική πατερική διδασκαλία...

Δημοσίευση σχολίου

Δεν επιτρέπονται σχόλια που συκοφαντούν κάποιο πρόσωπο, που περιέχουν υβριστικούς χαρακτηρισμούς κλπ.

Προσωρινά ενεργοποιήθηκε η προ-έγκριση επειδή υπήρξαν κρούσματα προσβλητικής συμπεριφοράς και οφείλουμε να διαφυλάξουμε την αξιοπρέπεια του ιστολογίου μας.
Για τον ίδιο λόγο λόγο ενεργοποιήσαμε να σχολιάζουμε μόνον όσοι έχουν προφίλ.

Γράψτε το σχόλιό σας και απλά περιμένετε λίγες ώρες μέχρι να το δείτε δημοσιευμένο.

Σχόλιο που τηρούν στοιχειώδη κανόνες ευπρέπειας είναι αυτονόητο ότι αποτελούν αφορμή διαλόγου και ουδέποτε θα λογοκριθούν.

Ανώνυμα σχόλια που επαναλαμβάνουν συνεχώς τα ίδια χωρίς να προσθέτουν κάτι στην συζήτηση ενδέχεται να διαγραφούν για την διαφύλαξη της ποιότητας. Τα σχόλια δεν είναι πεδίο στείρας αντιπαράθεσης αλλά προβληματισμού και γόνιμου διαλόγου.