To διήγημα αυτό πρωτοδημοσιεύθηκε σαν σήμερα πριν από 137 χρόνια, δηλ. στις 26.12.1887 στην εφημερίδα «Εφημερίς» με τον υπότιτλο «ΔΙΗΓΗΜΑ ΠΡΩΤΟΤΥΠΟΝ» και τα σεμνά αρχικά «Α.Π.».
Παρέμεινε ξεχασμένο μέχρι τα Χριστούγεννα 1941, οπότε παρουσιάσθηκε στο περιοδικό «Νέα Εστία» προλογισμένο και υπομνηματισμένο από τον φιλόλογο Γεώργιο Βαλέτα, ο οποίος σημειώνει:
«Ο φτωχός και γριφώδης μεταφραστής δεν είχε γίνει ακόμη Παπαδιαμάντης, που αργότερα θα γεμίζη τα πρωτοσέλιδα των πανηγυρικών όλων των εφημερίδων».
Κακή πενθερά ήταν η γριά Καντάκαινα, η οποία την παραμονή των Χριστουγέννων του έτους 186…, για να απαλλαγεί επιτέλους από την νύφη της, την Διαλεχτή, παντρεμένη με τον ναυτικό γιο της και παραμένουσα επί χρόνια «στείρα και άτεκνος», της προσέφερε ένα φαρμακωμένο χριστόψωμο (γι’ αυτό θα μπορούσαμε να το αποκαλούμε εφεξής «αντι-Χριστόψωμο»), παροτρύνοντάς την «μετ’ αλλοκότου σπουδής» να το καταναλώσει και όχι να το «φυλάξ[ει] ώς τα Φώτα, διά ν’ αγιασθή»· με αυτόν τον τρόπο πίστευε, προφανώς, ότι θα άνοιγε ο δρόμος για να βρει ο γιος της άλλη γυναίκα με την οποία θα αποκτούσε απογόνους.
Η Διαλεχτή, όμως, το ακούμπησε σε κάποιο σημείο της κουζίνας και επιφυλάχθηκε να το φάει άλλη στιγμή. Στην συνέχεια, «εκοιμήθη μετά τινος δεκαετούς παιδίσκης γειτονοπούλας, ήτις τη έκανε συντροφίαν, οσάκις έλειπεν ο σύζυγός της», έχοντας σκοπό να πάει τα μεσάνυχτα στην εκκλησία και να κοινωνήσει.
Όταν περί τα μεσάνυχτα επέστρεψε απρόσμενα ο σύζυγος της Διαλεχτής, o καπετάν Καντάκης, ταλαιπωρημένος από την περιπέτεια που είχε το καράβι του μέσα στην σφοδρή κακοκαιρία, η Διαλεχτή, πληροφορηθείσα το νέο της άφιξής του, έσπευσε στο σπίτι για να τον φροντίσει, αλλά λίγο αργότερα τον άφησε μόνο του για να επιστρέψει στην εκκλησία.
Αφού η Διαλεχτή έφυγε, ο καπετάν Καντάκης κάθισε να φάει «οκλαδόν παρά την εστίαν», αλλά, επειδή «εβαρύνετο να σηκωθή και ν’ ανοίξη το ερμάρι διά να λάβη άρτον», είδε «αριστερόθεν αυτού υπεράνω της εστίας επί μικρού σανιδώματος» να βρίσκεται «το χριστόψωμον εκείνο, το δώρον της μητρός του προς την νύμφην αυτής. Το έφθασε και το έφαγεν ολόκληρον σχεδόν μετά του οπτού κρέατος».
Όταν «η Διαλεχτή επέστρεψεν εκ του ναού […] εύρε την πενθεράν της περιβάλλουσαν διά της ωλένης το μέτωπον του υιού αυτής και γοερώς θρηνούσαν. Επάρασα τους οφθαλμούς, παρετήρησε την απουσίαν του χριστοψώμου από του σανιδώματος της εστίας, και αμέσως ενόησε τα πάντα.
Ο Καντάκης έφαγε το φαρμακωμένο χριστόψωμο, το οποίον η γραία στρίγλα είχε παρασκευάσει διά την νύμφην της».
Ωστόσο, η γριά Καντάκαινα ουδέποτε συνελήφθη. Και τούτο, διότι, όπως αναφέρει ο Παπαδιαμάντης, στις δύο ακροτελεύτιες παραγράφους του διηγήματος:
«Ιατροί επιστήμονες δεν υπήρχον εν τη μικρά νήσω. Ουδεμία νεκροψία ενεργήθη. Ενομίσθη, ότι ο θάνατος προήλθεν εκ παγώματος συνεπεία του ναυαγίου. Μόνη η γραία Καντάκαινα ήξευρε το αίτιον του θανάτου.
Σημειωτέον, ότι η γραία, συναισθανθείσα και αυτή το έγκλημά της, δεν εμέμφθη την νύμφην της. Αλλά τουναντίον την υπερήσπισε κατά της κακολογίας άλλων.
Εάν έζησε και άλλα κατόπιν Χριστούγεννα, η άστοργος πενθερά και ακουσία παιδοκτόνος, δε θα ήτο πολύ ευτυχής εις το γήρας της».
το είδαμε στο facebook του καθηγητή Ποινικού Δικαίου κ.Κων/νου Βαθιώτη, μαζί με σχετικό σχολιασμό εδώ.
Ομάδα εκπαιδευτικών «Ο Παιδαγωγός»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Δεν επιτρέπονται σχόλια που συκοφαντούν κάποιο πρόσωπο, που περιέχουν υβριστικούς χαρακτηρισμούς κλπ.
Προσωρινά ενεργοποιήθηκε η προ-έγκριση επειδή υπήρξαν κρούσματα προσβλητικής συμπεριφοράς και οφείλουμε να διαφυλάξουμε την αξιοπρέπεια του ιστολογίου μας.
Για τον ίδιο λόγο λόγο ενεργοποιήσαμε να σχολιάζουμε μόνον όσοι έχουν προφίλ.
Γράψτε το σχόλιό σας και απλά περιμένετε λίγες ώρες μέχρι να το δείτε δημοσιευμένο.
Σχόλιο που τηρούν στοιχειώδη κανόνες ευπρέπειας είναι αυτονόητο ότι αποτελούν αφορμή διαλόγου και ουδέποτε θα λογοκριθούν.
Ανώνυμα σχόλια που επαναλαμβάνουν συνεχώς τα ίδια χωρίς να προσθέτουν κάτι στην συζήτηση ενδέχεται να διαγραφούν για την διαφύλαξη της ποιότητας. Τα σχόλια δεν είναι πεδίο στείρας αντιπαράθεσης αλλά προβληματισμού και γόνιμου διαλόγου.