" H παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του Kράτους και έχει σκοπό την ηθική, πνευματική, επαγγελματική και φυσική αγωγή των Eλλήνων, την ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης και τη διάπλασή τους σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες."
Άρθρο 16, παράγραφος 2 του Ελληνικού Συντάγματος

Τρίτη 20 Νοεμβρίου 2012

ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ! Η ΕΛΜΕ Ροδόπης ζητά κατάργηση της μειονοτικής εκπαίδευσης και του προγράμματος της κ.Φραγκουδάκη

Δεν μπορούμε παρά να ΣΥΓΧΑΡΟΥΜΕ ολόψυχα την ΕΛΜΕ Ροδόπης :

Ανακοίνωση κόλαφος της ΕΛΜΕ Νομού Ροδόπης, σχετικά με τις δραστηριότητες της κυρίας Φραγκουδάκη στην εκπαίδευση των μουσουλμανοπαίδων. Βέβαια, το πρόγραμμα που χειρίζεται η κυρία Φραγκουδάκη και το οποίο υποστηρίζεται από 22 εκατομμύρια ευρώ(!!!) έχει αποτύχει πλήρως, αφού είναι κάτι περισσότερο από η βαθμολογία εισαγωγής των μουσουλμανοπαίδων σε ιδρύματα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης της χώρας. Με μετρήσιμα αποτελέσματα του συγκεκριμένου εκπαιδευτικού προγράμματος, φυσιολογικά το πρόγραμμα θα έπρεπε να παυθεί και να παγώσουν τα κονδύλια που είχαν αφιερωθεί.

Ας διαβάσουμε όμως την ανακοίνωση της ΕΛΜΕ του Ν. Ροδόπης, η οποία αναφέρεται στην κυρία Φραγκουδάκη και στο πλήρως αποτυχημένο πρόγραμμά της.
 
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΛΜΕ Ν. ΡΟΔΟΠΗΣ
Κάποιες θλιβερές διαπιστώσεις για τη μειονοτική εκπαίδευση 
και το πρόγραμμα εκπαίδευσης μουσουλμανοπαίδων.
Η έναρξη μιας ακόμη σχολικής χρονιάς μάς έφερε δυστυχώς αντιμέτωπους με ένα σύνολο θλιβερών συμπερασμάτων σε σχέση με την όλη εκπαιδευτική διαδικασία, την οποία προσπαθούμε να υπηρετήσουμε. Πέραν δε του ευρύτερου προβληματισμού μας για το πού βαδίζει η εκπαίδευση σήμερα στη χώρα μας (ερώτημα που τίθεται με ολοένα και πιο επιτακτικό τρόπο τα τελευταία χρόνια και παρά τις μεγαλεπήβολες «μεταρρυθμίσεις» και λοιπές πομπώδεις διακηρύξεις εκ μέρους της Πολιτείας), ένα γεγονός που μας ανησυχεί ιδιαίτερα είναι και η κατάσταση σχετικά με την εκπαιδευτικώς χειμαζόμενη μουσουλμανική μειονότητα της περιοχής μας. Η νέα εκκωφαντική αποτυχία των μειονοτικών μαθητών στις φετινές Πανελλήνιες Εξετάσεις (αλλά βεβαίως και οι θλιβερές επιδόσεις τους στις ενδοσχολικές) αποτελεί το πλέον ατράνταχτο – και συνάμα τραγικό – τεκμήριο για το πόσο βάσιμη είναι αυτή η αγωνία μας. Γιατί σε πείσμα όσων διατείνονται ότι το εν λόγω πρόβλημα έχει εσχάτως μειωθεί, η μόνη αλήθεια είναι ότι στη Μέση Εκπαίδευση συνεχίζουν να έρχονται μουσουλμάνοι μαθητές με άκρως προβληματική (στις καλύτερες των περιπτώσεων) ελληνομάθεια. Με βαθιά λύπη (γιατί εμείς δεν θέλουμε αμόρφωτα τα παιδιά της μειονότητας), διαπιστώσαμε και φέτος το τεράστιο πρόβλημα – και βέβαια όχι θεωρητικά αλλά στην καθημερινή μας εμπειρία μέσα στην τάξη – επιστρατεύοντας όλες τις δυνάμεις μας στην προσπάθειά μας να συνταιριάξουμε την διδακτέα ύλη του Λυκείου με την κάλυψη κενών σε παιδιά 16 και 17 ετών, που αγνοούν ακόμη και την προπαίδεια ή τις στοιχειωδέστερες έννοιες της δομής της ελληνικής γλώσσας.
 

 
Το γεγονός μας αναγκάζει – ως στοιχειώδες καθήκον μας ως δασκάλων και παιδαγωγών – να εκφράσουμε αρχικά και πάλι την αντίθεσή μας προς αυτό το εντελώς παρωχημένο εκπαιδευτικό μοντέλο του δίγλωσσου δημοτικού σχολείου. Μια απολύτως πρωτόγονη εκπαιδευτικά κατάσταση στην Ελλάδα του 2012 – γιατί πόσο «σύγχρονη» μπορεί άραγε να θεωρείται μια εκπαίδευση όπου τα μισά μαθήματα διδάσκονται στα ελληνικά και τα άλλα μισά στα τουρκικά, αλλά και πόσο συμβατή μπορεί να είναι και με το Διεθνές Δίκαιο – όπως φτάνει να αναρωτιέται ακόμη και ο Κ.Τσιτσελίκης – μια εκπαίδευση με τόσο οριοθετημένους θρησκευτικούς διαχωρισμούς (μουσουλμάνοι δάσκαλοι και μουσουλμάνοι μαθητές); Και μια κατάσταση, η οποία δεν βασίζεται βεβαίως σε κάποια διεθνή συνθήκη, αλλά αποκλειστικά στα χουντικά Μορφωτικά Πρωτόκολλα του 1968, και στην πράξη συντρίβει κυριολεκτικά τους μειονοτικούς μαθητές στις συμπληγάδες ενός παρανοϊκής σύλληψης και βαθύτατα αντιεκπαιδευτικού δίγλωσσου προγράμματος (αγνοώντας εξάλλου προκλητικά και τις άλλες μειονοτικές γλώσσες της περιοχής, όπως η πομακική και η ρομανί). Και μια κατάσταση τέλος που επιτείνεται τα τελευταία χρόνια και με την πεισματική εμμονή των πλέον σκληροπυρηνικών κύκλων της μειονότητας για δίγλωσσα νηπιαγωγεία (για να μην σταθούμε καν στη δεδομένη λειτουργία στη Θράκη παράνομων ιδιωτικών νηπιαγωγείων που δεν είναι καν δίγλωσσα, αλλά αποκλειστικά τουρκόφωνα). Όλα αυτά ασφαλώς αποτελούν έναν από τους βασικότερους λόγους της γκετοποίησης της μειονότητας, της πνευματικής και κοινωνικής της καθυστέρησης, της ποδηγέτησής της από αλλότρια κέντρα (που τους συμφέρει αυτή η νοσηρή κατάσταση), της ενίσχυσης των διαχωριστικών γραμμών και της διαιώνισης εντέλει μιας παράλληλης κοινωνίας με καθαρά αποσχιστική λογική.


Με αφορμή όμως και το σχετικά πρόσφατο τριήμερο συνέδριο στην Κομοτηνή, όπου οι κυρίες Φραγκουδάκη, Δραγώνα και άπασα η παρέα τους διατράνωσαν με πανηγυρική αμετροέπεια τα…εντυπωσιακά αποτελέσματα της εκπαιδευτικής τους δραστηριότητας στη Θράκη, νιώθουμε υποχρεωμένοι να προβούμε ακολούθως σε κάποιες διαπιστώσεις και για το περίφημο «Πρόγραμμα Εκπαίδευσης Μουσουλμανοπαίδων», δηλαδή το ακριβότερο από εντάξεώς μας σε ΕΟΚ-ΕΕ εκπαιδευτικό πρόγραμμα, που κοστίζει περίπου 3,5 εκατομμύρια € τον χρόνο και για το οποίο (μετά από 15 ολόκληρα χρόνια λειτουργίας του) εμείς μπορούμε ρητά να το χαρακτηρίσουμε όχι απλώς πρόγραμμα πενιχρών αποτελεσμάτων, αλλά ξεκάθαρα αποτυχημένο. Αποτυχημένο και γιατί προσπάθησε απλώς να επιφέρει κάποιες διορθώσεις στο προαναφερθέν απαράδεκτο μοντέλο της μειονοτικής εκπαίδευσης (το οποίο στην πραγματικότητα δεν μπορεί να διορθωθεί, αλλά η μόνη λύση είναι η άμεση κατάργησή του), αλλά και για τους τρόπους που επέλεξε για να τις επιφέρει (και ας αρκεστούμε εδώ π.χ. απολύτως ενδεικτικά να αναφέρουμε το…απίστευτο παιδαγωγικό επίτευγμα του σχηματισμού μικτών τμημάτων από μουσουλμάνους μαθητές δημοτικού και γυμνασίου, δηλαδή από παιδιά εντελώς διαφορετικών ηλικιών και συνεπώς γνωστικών επιπέδων, μέσα στα οποία τμήματα καλούνται οι εκπαιδευτικοί μέσα σε 45΄ να διδάξουν Μαθηματικά ή Νεοελληνική Γλώσσα).

Και βεβαίως διευκρινίζουμε ότι εμείς δεν στεκόμαστε αυτή τη στιγμή στο απίστευτο κόστος του προγράμματος (και ας αποτελεί φυσικά μία τρομακτική πρόκληση, ειδικά σε μια εποχή που συνταξιούχοι των 400€ και δάσκαλοι των 700€ πέφτουν σε απόγνωση). Αν και βαριά χειμαζόμενοι φορολογούμενοι όλοι μας, πιστεύουμε πραγματικά ότι στην εκπαίδευση δεν χωρούν οικονομικίστικες λογικές και πολιτικές περικοπών και λιτότητας. Δεν μπορούμε όμως να αγνοήσουμε κάποια σαφώς κοστοβόρα (όσο και εντελώς περιττά) δεδομένα, όπως π.χ. η μέσω του ΠΕΜ παράδοση μαθημάτων τουρκικής γλώσσας σε εκατοντάδες πλειονοτικούς καθηγητές – για λόγους μάλιστα εντελώς άσχετους προς τους στόχους του προγράμματος (είναι πραγματικά απαράδεκτο να συμβαίνει κάτι τέτοιο με δημόσιο χρήμα – στο κάτω-κάτω για όποιον θέλει να μάθει τα τουρκικά, υπάρχουν εν τέλει και τα φροντιστήρια). Και κυρίως βέβαια δεν μπορούμε να αγνοούμε και τα «εκπαιδευτικά» αποτελέσματα αυτού του πανάκριβου προγράμματος. Και αυτά είναι απλώς η διαιώνιση του παντελούς λειτουργικού αναλφαβητισμού των μειονοτικών μαθητών μας (μήπως όμως είναι άραγε τελικά και το ζητούμενο;), ενώ και οι θριαμβολογίες των επιστημονικών καθοδηγητών του προγράμματος για τον περιορισμό της σχολικής διαρροής, είναι και αυτές κενές περιεχομένου, αν ληφθεί υπόψη και το ότι αυτό συνέβη τα τελευταία χρόνια σε όλη την Ελλάδα (χωρίς να «τρέχει» κανένα απολύτως πρόγραμμα), αλλά κυρίως το ότι στη Θράκη άλλες είναι οι κυριότερες αιτίες αυτού του περιορισμού (όπως η ραγδαία αστικοποίηση, η άρση των προκαταλήψεων για τα κορίτσια, η βελτίωση του οδικού δικτύου σε Ξάνθη – Ροδόπη, η γενικότερη στροφή σε μορφωτικές αξίες και πάνω απ’ όλα βέβαια η ενθαρρυντική για τους μουσουλμανόπαιδες ποσόστωση για την εισαγωγή τους στα ΑΕΙ και ΤΕΙ). Αυτά όλα μάλιστα αποτελούν αντικειμενικούς παράγοντες, άκρως μετρήσιμους, ενώ το ΠΕΜ συνεχίζει εντελώς ανεξέλεγκτο εδώ και 15 χρόνια (άλλη μείζων πρόκληση αυτή), χωρίς καμία απολύτως έρευνα να έχει πραγματοποιηθεί για τα (όποια) ποιοτικά του αποτελέσματα. Ζητούμε επιτέλους αυτό να γίνει στην τωρινή (4η φάση) του προγράμματος, για να επιβεβαιωθούν και οι συνάδελφοι που με απόγνωση διαπιστώνουν τον αναλφαβητισμό του συντριπτικού ποσοστού των μαθητών των μειονοτικών δημοτικών. Έναν αναλφαβητισμό που εμείς τον ζούμε καθημερινά μέσα στις τάξεις μας, που παλεύουμε ετεροχρονισμένα (και βεβαίως μάταια, γιατί είναι πρακτικά αδύνατον) να τον μειώσουμε στις ηλικίες των 16 και 17 ετών και που δυστυχώς, παρά τις απεγνωσμένες μας προσπάθειες, μοιραία τον διαπιστώνουμε και με τα ατράνταχτα τεκμήρια των βαθμολογικών καταρρεύσεων των μουσουλμάνων μαθητών μας στις ενδοσχολικές και κυρίως τις Πανελλήνιες Εξετάσεις. Και τα τεκμήρια αυτά αποτελούν ασφαλώς και την πλέον αξιόπιστη έρευνα για την αποτυχία του ΠΕΜ, κόντρα στις μεγαλόστομες πομφόλυγες των εμπνευστών του.

 
 
Μετά απ’ αυτά τι μπορούμε να περιμένουμε στο μέλλον; Οι προτάσεις που εμείς μπορούμε να σκεφτούμε ως εκπαιδευτικοί είναι ξεκάθαρες (και βεβαίως ουδόλως περιλαμβάνουν μέσα τους το ΠΕΜ και την οιαδήποτε σκέψη συνέχισής του). Αυτά που προτείνουμε λοιπόν είναι:

α) η άμεση καταγγελία των χουντικών πρωτοκόλλων του 1968 και η κατάργηση του αναχρονιστικού θεσμού της μειονοτικής εκπαίδευσης, που δοκιμάστηκε στην πράξη και καθήλωσε τη μειονότητα στην αμάθεια και την οπισθοδρόμηση,

β) η δημιουργία δημόσιων ελληνικών σχολείων, όπου θα διδάσκονται ως μαθήματα επιλογής η μητρική γλώσσα των μαθητών και το Κοράνιο (ας προσέξουμε τη μεγάλη απήχηση που βρήκαν τα δημόσια Ελληνικά Γυμνάσια στα Πομακοχώρια της Ξάνθης και της Ροδόπης),

γ) η θέσπιση ελληνόφωνων νηπιαγωγείων, όπου η μητρική γλώσσα θα χρησιμοποιείται επικουρικά, για να εμπεδωθεί η ελληνομάθεια (επιτέλους, ας αξιοποιηθεί η εμπειρία τέτοιων προγραμμάτων στο Βέλγιο, στον Καναδά και σε άλλα πολυγλωσσικά περιβάλλοντα).

Αυτά τα απλά βήματα χρειάζεται η περιοχή μας, για να αναδείξει το ανθρώπινο δυναμικό της και να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για την ανάπτυξή της. Όλα τα άλλα «αδειανά πουκάμισα» των σχεδίων δράσης δεν έχουν να πουν τίποτα στους πολίτες. Το ίδιο και κάποια μεγαλόστομα εκπαιδευτικά προγράμματα, που κινήθηκαν με περίσσιο θράσος και αμετροέπεια πάνω στην κυρίαρχη λογική της Μεταπολίτευσης, αυτή της απομύζησης πόρων (ευρωπαϊκών και ελληνικών) με αμφίβολα αποτελέσματα από κρατικοδίαιτους και διαπλεκόμενους «διανοουμένους». 
Τέτοια προγράμματα στην πραγματικότητα βαθαίνουν την κρίση στην εκπαίδευση και για τούτο απαιτούν επιτέλους από όλους μας υπεύθυνες και δυναμικές απαντήσεις…

ΤΟ ΔΣ ΤΗΣ ΕΛΜΕ

 
Μετά από όλα αυτά, τα οποία κι εμείς έχουμε τονίσει δεκάδες φορές κατά το παρελθόν, μήπως θα πρέπει να παρέμβει άμεσα η κυβέρνηση και να σταματήσει την καταστροφή που δημιουργεί η κυρία Φραγκουδάκη μέσω του… εκπαιδευτικού της προγράμματος;
Μήπως κάποιοι στην Αθήνα πρέπει να αντιληφθούν πως η καταγεγραμμένη ζημιά που προκαλείται από την κυρία Φραγκουδάκη, θίγει πολλαπλώς τα συμφέροντα της χώρας και των Ελλήνων μουσουλμάνων;

Μήπως, θα πρέπει ταυτόχρονα να σταματήσει και η εκπαίδευση στην τουρκική(!) γλώσσα, που γίνεται σε εκατοντάδες εκπαιδευτικούς της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης στην Θράκη; Δεν θα ρωτήσουμε γιατί οι καθηγητές εκπαιδεύονται στην τουρκική γλώσσα (και μάλιστα με επιδοτούμενο πρόγραμμα), αλλά θα αναρωτηθούμε γιατί μαθαίνουν τουρκικά όταν δεν υπάρχει τουρκική μειονότητα στην Ελλάδα (με βάση τη Συνθήκη της Λοζάνης υπάρχει θρησκευτική μουσουλμανική μειονότητα, εκτός και εάν η Ελλάδα έχει αποσυρθεί από την Συνθήκη της Λοζάνης, οπότε και είναι ένα θέμα για το οποίο πρέπει να ενημερωθούν όλοι, λόγω του μείζονος εθνικού ενδιαφέροντος που αυτό έχει).
Το είδαμε εδώ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Δεν επιτρέπονται σχόλια που συκοφαντούν κάποιο πρόσωπο, που περιέχουν υβριστικούς χαρακτηρισμούς κλπ.

Προσωρινά ενεργοποιήθηκε η προ-έγκριση επειδή υπήρξαν κρούσματα προσβλητικής συμπεριφοράς και οφείλουμε να διαφυλάξουμε την αξιοπρέπεια του ιστολογίου μας.
Για τον ίδιο λόγο λόγο ενεργοποιήσαμε να σχολιάζουμε μόνον όσοι έχουν προφίλ.

Γράψτε το σχόλιό σας και απλά περιμένετε λίγες ώρες μέχρι να το δείτε δημοσιευμένο.

Σχόλιο που τηρούν στοιχειώδη κανόνες ευπρέπειας είναι αυτονόητο ότι αποτελούν αφορμή διαλόγου και ουδέποτε θα λογοκριθούν.

Ανώνυμα σχόλια που επαναλαμβάνουν συνεχώς τα ίδια χωρίς να προσθέτουν κάτι στην συζήτηση ενδέχεται να διαγραφούν για την διαφύλαξη της ποιότητας. Τα σχόλια δεν είναι πεδίο στείρας αντιπαράθεσης αλλά προβληματισμού και γόνιμου διαλόγου.