Γράφει ὁ Δημήτρης Νατσιὸς,
Δάσκαλος
Κιλκὶς -Θεολόγος
Τὸ ἔχουμε τονίσει ἐπανειλημμένως ὅτι ἀπὸ τὰ
σχολικὰ ἐγχειρίδια, τὰ βιβλία Γλώσσας, τὰ Ἀναγνωστικά του Δημοτικοῦ-ὅπως τὰ
ὀνομάζαμε παλαιότερα-εἶναι τὰ κρισιμότερα καὶ ἀπὸ πλευρᾶς συγγραφῆς, τὰ
δυσκολοτέρα. (Μία διευκρίνηση. Τὰ βιβλία Γλώσσας, ὀνομάζονταν Ἀναγνωστικά, ὄχι
μόνο γιατί μέσω τῶν βιβλίων αὐτῶν, μάθαινε ὁ μαθητὴς ἀνάγνωση, νὰ συλλαβίζει,
νὰ διαβάζει. Αὐτὸ τελειώνει στὴν Α’ Δημοτικοῦ. Μὲ τὰ παλιά, ὡραία Ἀναγνωστικά, γινόταν ἀνάγνωση τοῦ
πολιτισμοῦ μας. Ξεφυλλίζοντας τὰ ὁ μαθητὴς περιδιάβαινε καὶ οἰκειωνόταν τά,
καθ’ ἠμᾶς, τιμαλφῆ. Τὰ βιβλία περιεῖχαν γνώσεις ἱστορικές, γεωγραφικές,
λαογραφικές.
Τὰ μυρίπνοα ἄνθη τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ τοῦ
Ἑλληνισμοῦ, ἀρωμάτιζαν τὰ «φυλώμματά» τους. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ συγγραφὴ τοὺς
ἀνατίθετο σὲ τρανοὺς καὶ σπουδαίους λογοτέχνες καὶ ἐπιστήμονες καὶ ὄχι, ὡς
εἴθισται σήμερα, σὲ σκύβαλα καὶ περιτρίμματα τῆς ἐθνοαποδόμησης). Τὰ βιβλία, λοιπόν, Γλώσσας, ἀλλὰ καὶ ὁ
δάσκαλος ἀποτελοῦν γιὰ τὸν μικρὸ μαθητὴ ἐνσάρκωση τῆς κοινωνίας στὴν ὁποία τὸ
σχολεῖο τὸν ὁδηγεῖ. Στὰ βιβλία ἀντικατοπτρίζεται τὸ ποιὸν τῆς κοινωνίας στὴν
ὁποία καλεῖται ὁ μικρὸς μαθητὴς νὰ ἐνηλικιωθεῖ καὶ νὰ προκόψει. Ἔχουμε
ἀναφερθεῖ πολλὲς φορὲς στὰ ἀνούσια καὶ ἐπικίνδυνα κείμενα ποὺ περιέχουν τὰ
βιβλία Γλώσσας.
Τὰ βιβλία ὅμως ἔχουν καὶ εἰκαστικὴ διάσταση. Καὶ μέσω τῆς εἰκόνας περνοῦν μηνύματα, κάποτε δραστικότερα ἀπὸ τὸν λόγο. (Ἡ λέξη εἰκόνα προέρχεται ἀπὸ τὸ ρῆμα εἴκω, ποὺ σημαίνει ὁμοιάζω, ἐξ οὐ καὶ ὁ σύγχρονος ὅρος «εἰκαστικὲς τέχνες»).
Τὰ βιβλία ὅμως ἔχουν καὶ εἰκαστικὴ διάσταση. Καὶ μέσω τῆς εἰκόνας περνοῦν μηνύματα, κάποτε δραστικότερα ἀπὸ τὸν λόγο. (Ἡ λέξη εἰκόνα προέρχεται ἀπὸ τὸ ρῆμα εἴκω, ποὺ σημαίνει ὁμοιάζω, ἐξ οὐ καὶ ὁ σύγχρονος ὅρος «εἰκαστικὲς τέχνες»).
Πρὶν ὅμως ἀκροθίξουμε τὸ περιεχόμενο τῶν
βιβλίων, μία ἀναφορὰ στὸν εἰκαστικὸ καλλωπισμὸ τῶν τάξεων.
Θυμᾶμαι πρὶν ἀπὸ
ἀρκετὰ χρόνια, ὑπηρετοῦσα στὸ σχολεῖο τῶν Ἄνω Σουρμένων, χωριὸ σκαρφαλωμένο
στοὺς πρόποδες τοῦ καταπράσινου καὶ πανέμορφου ὅρους Μπέλλες, στὰ σύνορα μὲ τὰ
Σκόπια.
Συνηθίζω νὰ ἔχω ἀναρτημένα, στοὺς τοίχους τῆς
αἴθουσας, κάδρα τῶν ἡρώων της ἱστορίας μας, καθὼς καὶ λίγες εἰκόνες, βυζαντινὲς
ἁγιογραφίες. Ἐπισκέπτεται τὸ διθέσιο σχολεῖο-ἔκλεισε πιὰ-σχολικὸς σύμβουλος,
«προοδευτικῆς» κοπῆς. (Ἦταν τὰ χρόνια της σοσιαληστρικῆς λαίλαπας καὶ
φαυλοπραξίας).
Μοῦ ζήτησε νὰ κατεβάσω τὶς εἰκόνες καὶ τὰ
κάδρα τῶν ἡρώων, διότι δὲν δημιουργοῦν «παιδαγωγικὴ ἀτμόσφαιρα», τρομάζουν τὰ
παιδιὰ καὶ νὰ ἀναρτήσω τοπία, ζῶα καὶ λοιπὲς χαζοχαρούμενες παραστάσεις.
Πρῶτον, τοῦ ἀπάντησα, ἡ αἴθουσα δὲν εἶναι
προέκταση τοῦ παιδικοῦ δωματίου, πρέπει ὁ χῶρος νὰ ἀναδίδει σοβαρότητα.
Δεύτερον, ἂν στρέψουν τὸ βλέμμα τοὺς τὰ παιδιὰ ἀριστερὰ ἀντικρίζουν τὸ Μπέλλες
καί, ἂν κοιτάξουν δεξιά, τὴν ὡραιότατη λίμνη Δοϊράνη.
Τί δουλειὰ ἔχουν τὰ τοπία, ὅταν ἔχεις, ζωντανὸ
μπροστὰ στὰ μάτια σου τὸν... τόπο.
Τρίτον, οἱ ἥρωες, οἱ ἀνέσπερες μορφές τους,
δὲν «κατεβαίνουν», γιατί αὐτοὶ μας ἐλευθέρωσαν, τὰ παιδιὰ τοὺς συνήθισαν,
ἔγιναν «φίλοι» τους.
Δὲν κατάλαβε, σηκώθηκε καὶ ἔφυγε. Δὲν μπορῶ νὰ
καταλάβω, γιατί μία φωτογραφία μὲ γατάκια ποὺ παίζουν, εἶναι παιδαγωγικῶς
τελεσφερότερη ἀπὸ τὴν παράσταση, γιὰ παράδειγμα, τῆς Ἐξόδου τοῦ Μεσολογγίου.
Ἀντίθετα ἡ δεύτερη διδάσκει μία πολὺ ὑψηλὴ
ἔννοια, τὴν θυσία, ἐνῶ ἡ πρώτη εἶναι ἕνα ρηχὸ «μπακλαβούργημα», ποὺ θὰ ἔλεγε
καὶ ὁ Κόντογλου. Δὲν θυμᾶμαι ποὺ τὸ ἐντόπισα, ἀλλὰ σημείωσα ἕνα σπουδαῖο
κείμενο τοῦ Παλαμᾶ, γι’ αὐτὴν τὴν ὑποτίμηση οὐσιαστικά του μαθητῆ, τοῦ παιδιοῦ.
«Ἔχω γιὰ τοῦ παιδιοῦ τὸν νοῦ μία ἰδέα κάπως
διαφορετικὴ ἀπὸ ἄλλους. Πιστεύω πὼς τὸ μυαλό του, μπορεῖ νὰ χωνέψει τροφὴ πιὸ
λεπτὴ καὶ πιὸ βαθιὰ ἀπ’ ὅση συνηθίζουμε νὰ τοῦ προσφέρουμε. Μέσα στὸν
μικρόκοσμο τῆς ψυχῆς τοῦ γίνονται πράγματα πιὸ πολλὰ κι ἀπ’ ὅσα φαντάζονται τοῦ
κόσμου οἱ ψυχολόγοι. Οἱ πιὸ μεγάλοι ἄνθρωποί μου φαίνεται πὼς εἲν’ ἐκεῖνοι ποὺ
ἀπὸ τὰ πρῶτα χρόνια τους γρικούσανε κουβέντες καὶ ἀναστρεφότανε μὲ ἰδέες πιὸ ψηλὲς
ἀπὸ τὸ παιδακίσιο μπόι τους». (Σοφὲς κουβέντες.
Γιατί γιὰ παράδειγμα, νὰ μὴν ὑπάρχουν στὰ
βιβλία Γλώσσας ἀποσπάσματα ἀπὸ τὰ ἐξαίσια ἔργα τοῦ Πλούταρχου, τοῦ Μέγ.
Βασιλείου-σὲ στρωτὴ νεοελληνική-του Παπαδιαμάντη καὶ βρίσκεις ἀνοητολογήματα
τοῦ τύπου «ἡ Φρικαντέλα ἡ μάγισσα»;).
Εἶναι γνωστὸ πὼς τὰ τελευταία χρόνια τὰ
γνωστά, σκοτεινὰ κέντρα τῶν Χριστομάχων, χρησιμοποιώντας τὸ ἐπιχείρημα τοῦ
λεγόμενου οὐδετερόθρησκου σχολείου, βάλθηκαν νὰ ἀποκαθηλώσουν ἀπὸ τὶς σχολικὲς
τάξεις τὶς εἰκόνες.
Στὰ σχολικὰ βιβλία Γλώσσας, οἱ
σύγχρονοι αὐτοὶ Εἰκονομάχοι, σχεδὸν πέτυχαν τὸν ἐξοβελισμὸ τῆς ὀρθόδοξης ἁγιογραφίας. Μετὰ βίας σ’ ὅλα τὰ βιβλία Γλώσσας τοῦ Δημοτικοῦ θὰ συναντήσεις 5-6 εἰκόνες. (Ἀκόμη καὶ στὶς ἑορταστικὲς ἑνότητες-Χριστούγεννα, Πάσχα-παρελαύνουν οἱ φραγκοζωγραφιές, κάρτες, αὐγὰ καὶ χιονάνθρωποι ἐνῶ δὲν θὰ βρεῖς, γιὰ παράδειγμα, εἰκόνα τῆς Γέννησης τοῦ Χριστοῦ στὸ κεφάλαιο γιὰ τὰ Χριστούγεννα τῆς Ἐ’ Δημοτικοῦ).
σύγχρονοι αὐτοὶ Εἰκονομάχοι, σχεδὸν πέτυχαν τὸν ἐξοβελισμὸ τῆς ὀρθόδοξης ἁγιογραφίας. Μετὰ βίας σ’ ὅλα τὰ βιβλία Γλώσσας τοῦ Δημοτικοῦ θὰ συναντήσεις 5-6 εἰκόνες. (Ἀκόμη καὶ στὶς ἑορταστικὲς ἑνότητες-Χριστούγεννα, Πάσχα-παρελαύνουν οἱ φραγκοζωγραφιές, κάρτες, αὐγὰ καὶ χιονάνθρωποι ἐνῶ δὲν θὰ βρεῖς, γιὰ παράδειγμα, εἰκόνα τῆς Γέννησης τοῦ Χριστοῦ στὸ κεφάλαιο γιὰ τὰ Χριστούγεννα τῆς Ἐ’ Δημοτικοῦ).
Κατ’ αὐτοὺς τὸ λιτό, «ἀνεξίκακον καὶ
ἀθεάτριστον» τῆς βυζαντινῆς ἁγιογραφίας, δὲν συνάδει μὲ τὴν παιδικὴ ἡλικία.
Εἶναι ὅμως ἔτσι τὰ πράγματα; Χρησιμοποιώντας τὴν ἐξαίρετη ἔκδοση τῆς Ι. Μ.
Τιμίου Προδρόμου Καρέας, «τί ξέρεις ἐσὺ γιὰ τὶς εἰκόνες» σημειώνουμε τὰ ἑξῆς:
Ἂν βάλουμε τὸ παιδὶ νὰ ζωγραφίσει π.χ. ἕνα
δέντρο, ἐκεῖνο θὰ ἀκολουθήσει φυσικότατα τὴ βυζαντινὴ ζωγραφική. Θὰ ζωγραφίσει
τὸ δέντρο μὲ κάθε τοῦ φύλλο χωριστά, εὐδιάκριτα, τὸν κάθε καρπὸ ὁλόκληρο,
συγκεκριμένο. Διότι τὸ παιδὶ ἔχει ἔμφυτη τὴν αἴσθηση τῆς ἑνότητας, ἐνῶ ἡ δυτικὴ
τέχνη, ποὺ ἔχει ὡς κύριο χαρακτηριστικό της τὴν ἀποσπασματικότητα, τοῦ
δημιουργεῖ διλήμματα. Τὸ παιδὶ δηλαδὴ δὲν μπορεῖ νὰ δημιουργήσει κάτι μισό,
π.χ. ἕνα σπίτι ἢ ἕνα βουνὸ μισὸ καὶ τὸ ἄλλο μισὸ νὰ χάνεται μέσα στὴ σκιά. Στὸ
παιδικὸ σχέδιο, ὅπως καὶ τὸ βυζαντινό, ὅλα φαίνονται, ὅλα παρατίθενται. Ὅλα τὰ
φύλλα εἶναι πάνω στὰ δέντρα, τίποτε δὲν εἶναι πεσμένο κάτω.
Ἐπίσης τὸ παιδὶ δὲν δεσμεύεται ἀπὸ τοὺς νόμους
τῆς ὀπτικῆς καὶ τῆς προοπτικῆς. Ἂν τοῦ πεῖς νὰ ζωγραφίσει τὴν οἰκογένειά του,
θὰ ζωγραφίσει μεγαλύτερο τὸν πατέρα, λίγο μικρότερη τὴ μητέρα καὶ τὰ παιδιὰ
ἀκόμη μικρότερα. Θὰ ζωγραφίσει δηλαδὴ ἀξιολογικά, ὅπως κάνει καὶ ἡ βυζαντινὴ
τέχνη. Ἔχουμε δεῖ εἰκόνες στὶς ὁποῖες τὸ πρόσωπο ποὺ κυριαρχεῖ, ζωγραφίζεται
μεγαλύτερο. (Ἡ Θεοτόκος στὴν εἰκόνα τῆς Γέννησης τοῦ Χριστοῦ, ὁ Παῦλος καὶ ὁ
Πέτρος στὴν εἰκόνα τῆς Πεντηκοστῆς). Ζωγραφίζονται μεγαλύτεροι ἀξιολογικά,
σύμφωνα μὲ τὴν πνευματικὴ προοπτική. Ἀπ’ αὐτὰ γίνεται κατανοητὸ ὅτι στὸ παιδὶ ἡ
βυζαντινὴ ζωγραφικὴ ταιριάζει περισσότερο, διότι δὲν τὸ βάζει σὲ διλήμματα
σκιοπλαστικά, ἀνταγωνισμοὺς στὸ θέμα ὅλου καὶ μέρους, στὸ προοπτικὸ βάθος καὶ
τὸ βοηθᾶ νὰ ἐκφράσει αὐτὸ ποὺ ἔχει μέσα του.
Ἕνα ἄλλο σημεῖο ταυτίσεως παιδικοῦ σχεδίου καὶ
βυζαντινοῦ, εἶναι ἡ θέα τῶν ἀθεάτων. Ἡ βυζαντινὴ εἰκόνα ἱστορεῖ, ὄχι μόνο τὰ
θεατά, ἀλλὰ καὶ τὰ ἀθέατα ἀκόμη, πράγμα ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ τὸ κάνει ἡ δυτικὴ
φαινομενοκρατικὴ τέχνη. Π.χ. στὴν εἰκόνα τῆς ἰάσεως τοῦ Παραλυτικοῦ του
Εὐαγγελίου, εἰκονίζονται ἔξω ἀπὸ τὸ σπίτι ὅσα διαδραματίζονται μέσα στὸ σπίτι,
τοῦ ὁποίου οἱ ἄνθρωποι ποὺ μετέφεραν τὸν Παραλυτικὸ διέρρηξαν τὴ στέγη. Ἐπειδὴ
δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ παρουσιαστοῦν καταλεπτῶς τὰ γεγονότα, ἂν ζωγραφίζονταν μέσα
στὸ σπίτι καὶ θὰ παρέμεναν ἀθέατα, ἡ βυζαντινὴ τέχνη βρίσκει αὐτὴ τὴ λύση, τὰ
παρουσιάζει σὰν νὰ διαδραματίζονται ἔξω. Ἢ σὰν νὰ γίνονται διάφανοι οἱ τοῖχοι
καὶ νὰ ἀποκαλύπτονται ὅλα.
Τὸ ἴδιο κάνει καὶ τὸ παιδὶ στὴ ζωγραφική του.
Ἡ θέα τῶν ἀθεάτων εἶναι πολὺ φυσικὴ γιὰ τὸ παιδί, γιατί μέσα τοῦ ἔχει μία
ὁλοκληρωμένη θεώρηση τοῦ κόσμου, ποὺ δὲν δεσμεύεται ἀπὸ τοὺς νόμους τῆς
προοπτικῆς. Ἔτσι, ἂν τὸ βάλεις νὰ ζωγραφίσει τὸ σπίτι του, τὸ ζωγραφίζει σὰν
διάφανο. Οἱ ἄνθρωποι, τὰ ἔπιπλα, τὰ λουλούδια, εἶναι θεατά. Οἱ τοῖχοι δὲν
ἐμποδίζουν τὴ θέα καὶ τῆς πιὸ μικρῆς λεπτομέρειας. Ἢ ἂν τοῦ πεῖς νὰ ζωγραφίσει
τὴ θάλασσα, θὰ τὴ ζωγραφίσει ἔτσι ὥστε τὰ ψάρια ὅλα ναὶ εἶναι ὁρατά, ὅπως τὸ
κάνει καὶ ἡ βυζαντινὴ τέχνη, στὴν εἰκόνα τῆς Βάπτισης.
Εἶναι φανερὸ λοιπὸν ὅτι ἡ τέχνη αὐτὴ εἶναι
πολὺ οἰκεία στὸ παιδί, δὲν τοῦ δημιουργεῖ διλήμματα, δὲν τὸ κοντράρει καὶ τὸ
ὡριμάζει μὲ τὰ μυστικὰ μηνύματα ποὺ τοῦ ἐμπνέει ἡ αἰσθητική της:
Ὅτι δηλαδὴ ὅλη ἡ κτίση εἶναι δῶρο τοῦ
Δημιουργοῦ. Ὅλα εἶναι καμωμένα «καλὰ λίαν».
Ὅλα εἶναι συμφιλιωμένα μεταξύ τους, καὶ τὸ ὅλο
καὶ τὸ ἐπὶ μέρους, ἡ ἠρεμία, ἡ εἰρήνη καὶ ἡ ἁρμονία ξεχύνονται ἀπὸ τὴ συνύπαρξή
τους. Καὶ ἔτσι τὸ δοξολογικὸ βίωμα κτίζεται μυστικὰ καὶ ὑπαρξιακὰ στὴν παιδικὴ
ψυχή.
Καί, συνοψίζοντας, τὰ παιδιὰ ἀντικρίζουν τὶς ἀξίες
σαρκωμένες σὲ πρόσωπα. Ἔτσι μαθαίνει καὶ ὄχι μὲ τὶς ἀερόπλαστες ἰδεολογίες καὶ
τιποτολογίες...
το είδαμε εδώ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Δεν επιτρέπονται σχόλια που συκοφαντούν κάποιο πρόσωπο, που περιέχουν υβριστικούς χαρακτηρισμούς κλπ.
Προσωρινά ενεργοποιήθηκε η προ-έγκριση επειδή υπήρξαν κρούσματα προσβλητικής συμπεριφοράς και οφείλουμε να διαφυλάξουμε την αξιοπρέπεια του ιστολογίου μας.
Για τον ίδιο λόγο λόγο ενεργοποιήσαμε να σχολιάζουμε μόνον όσοι έχουν προφίλ.
Γράψτε το σχόλιό σας και απλά περιμένετε λίγες ώρες μέχρι να το δείτε δημοσιευμένο.
Σχόλιο που τηρούν στοιχειώδη κανόνες ευπρέπειας είναι αυτονόητο ότι αποτελούν αφορμή διαλόγου και ουδέποτε θα λογοκριθούν.
Ανώνυμα σχόλια που επαναλαμβάνουν συνεχώς τα ίδια χωρίς να προσθέτουν κάτι στην συζήτηση ενδέχεται να διαγραφούν για την διαφύλαξη της ποιότητας. Τα σχόλια δεν είναι πεδίο στείρας αντιπαράθεσης αλλά προβληματισμού και γόνιμου διαλόγου.