Ο ρόλος των γενίτσαρων στον εξισλαμισμό
των χριστιανικών πληθυσμών των Βαλκανίων
Νικόλαος Θ. Κόκκας
Εκπαιδευτικός
Τον τελευταίο καιρό επιχειρείται η τηλεοπτική παραποίηση της ελληνικής ιστορίας με εξωραϊσμό των Τούρκων κατακτητών και απαλοιφή των γεγονότων εκείνων που σχετίζονται με τη βία των Οθωμανών απέναντι στους χριστιανικούς πληθυσμούς. Οι απόπειρες εξωραϊσμού της τουρκοκρατίας και μετανεωτερικής αποδόμησης της επανάστασης των Ελλήνων ραγιάδων εναντίον των Οθωμανών απορρίπτονται τόσο από τη σοβαρή ιστορική επιστήμη όσο και από τη συνείδηση των Ελλήνων, εφόσον η εθνική ιστορική μνήμη παραμένει ζωντανή. Εξάλλου, οι θεωρίες αυτές δεν είναι καθόλου σύγχρονες προσεγγίσεις της ιστορικής διαδρομής της Ελλάδας, όπως προσπαθούν να τις παρουσιάσουν ορισμένοι νεόκοποι τηλε-«ιστορικοί».
Η παραποίηση της ελληνικής ιστορίας
Ήδη από το 1924 ο Γιάννης Κορδάτος (1891-1961) με το βιβλίο του «Η κοινωνική σημασία της ελληνικής επαναστάσεως του 1821» είχε υποστηρίξει ότι ο αγώνας των Ελλήνων του 1821 ήταν ταξικός και όχι εθνικοαπελευθερωτικός. Ο ισχυρισμός αυτός καταρρίπτεται από αδιαμφισβήτητα ιστορικά στοιχεία, σύμφωνα με τα οποία το υπόδουλο έθνος βασανίστηκε από τους Οθωμανούς κατακτητές και συσπειρώθηκε για να αποτινάξει τον τουρκικό ζυγό, εμπνεόμενο από τη χριστιανική του πίστη, τη ζωντανή του γλώσσα και τη συνείδηση της ελληνικότητας, όπως αυτή διατηρήθηκε αλώβητη μέσα στους αιώνες.
Η Οθωμανική κατοχή ήταν για τους χριστιανούς μια περίοδος σκοτεινή και βασανιστική, αλλά παράλληλα και μία ευκαιρία ανασυγκρότησης του ελληνισμού. Μία από τις πιο ζοφερές πτυχές των χρόνων της Τουρκοκρατίας αποτελεί ο βίαιος εξισλαμισμός των χριστιανικών πληθυσμών. Οι χιλιάδες χριστιανοί νεομάρτυρες σε όλες τις άκρες της ελληνικής γης απέδειξαν με τη μαρτυρική θυσία τους ότι οι έλληνες αντιστέκονταν με κάθε τρόπο στο βίαιο εξισλαμισμό τους. Κορυφαίες στιγμές του μαρτυρίου των χριστιανών ήταν ο θεσμός των γενίτσαρων και το παιδομάζωμα.
Η προέλαση των Οθωμανών και οι βίαιοι εξισλαμισμοί
Η προέλαση των Τούρκων στη Θράκη, τη Μακεδονία, τη Ρούμελη και το Μοριά βάφτηκε με το αίμα χιλιάδων χριστιανών. Μετά το 1371 άτακτοι γαζήδες, προχωρούν προς τα δυτικά, περνούν τον Στρυμόνα και διασπείρονται στην Κεντρική Μακεδονία λεηλατώντας και καίγοντας. Μετά το 1385, επί Μουράτ Α’, και αργότερα επί Βαγιαζίτ Α’, πλήθος Γιουρούκων εγκαταστάθηκαν κυρίως σε ορεινά μέρη, στα βόρεια της λίμνης του Λαγκαδά ως τις Σέρρες, τη Δράμα και την Καβάλα. Ενδεικτική της καταπίεσης που δέχτηκαν οι χριστιανοί είναι η περίπτωση των κατοίκων των Μογλενών, οι οποίοι πιεζόμενοι από τους Γιουρούκους του Γαζή Εβρενός, απελπισμένοι δέχτηκαν την μουσουλμανική θρησκεία.
Η τρομοκρατία των Τούρκων ήταν ασφυκτική. Ο παπα-Συνοδινός από τις Σέρρες περιγράφει στο χρονικό του μεταξύ 1598 -1642 τους εκβιασμούς των Τούρκων σε βάρος των χριστιανών, που απέβλεπαν στην καταλήστευση ή στην εξόντωση ή και στον εξισλαμισμό τους. Αναφέρει χαρακτηριστικά την τραγική θυσία του σκευοφύλακα Μανόλη Μποσταντζόγλου: "…και είχαν δεμένα τα χέρια του, και αυτός· «μη με δένετε και εγώ μονάχος σεβαίνω εις την φλόγα» και έτζι αυτοθελήτως επήδησεν εις την φλόγα. Και τόσον έβαλαν περισσά ξύλα και κλιματσίδες και έστεκαν όλοι οι Τούρκοι τρογύρου, έως ου εκάηκεν όλος και δεν απόμεινεν ουδέ κόκκαλον από αυτόν. Και μετά ταύτα ήλθεν μέγας ανεμοστρόβιλος και εσκόρπισεν όλην την στάκτην και δεν έμεινεν τίποτες…»
Οι μαρτυρίες για τους διωγμούς των χριστιανών από τους Τούρκους είναι αναρίθμητες. Στα μέσα του 17ου αιώνος ο Γάλλος Ιησουίτης Ρισάρ καταγράφει τις εντυπώσεις του από την υπόδουλη Ελλάδα: «Να σκεφθεί κανείς ότι ουδέποτε από την εποχή του Νέρωνος, του Δομητιανού και του Διοκλητιανού έχει υποστεί ο Χριστιανισμός διωγμούς σκληρότερους από αυτούς που αντιμετωπίζει σήμερα η ανατολική Εκκλησία...». Παρόμοια, τον 17ο αιώνα ο Μουσουλμάνος περιηγητής Εβλιγιά Τσελεμπή περιγράφει βίαιους εξισλαμισμούς και παιδομάζωμα στη Βέροια, στην Έδεσα και σε άλλες πόλεις.
Πρέπει εδώ να σημειώσουμε ότι, πέρα από την άσκηση άμεσης βίας, σε πολλές περιπτώσεις ο εξισλαμισμός επιβλήθηκε επίσης μέσω των δυσβάσταχτων φόρων (το γνωστό χαράτσι) που ήταν αναγκασμένοι να πληρώνουν οι υπόδουλοι και της δεινής κοινωνικής θέσης στην οποία βρίσκονταν.
Ο στρατός των γενίτσαρων
Ο βίαιος εξισλαμισμός των χριστιανών ξεκινούσε από μικρή ηλικία. Στην περίπτωση των γενίτσαρων, τα όρια ηλικίας των αγοριών, όπως καταγράφονται σε διαφορετικές πηγές, εμφανίζουν σημαντικές αποκλίσεις, ενώ αναφέρεται ως κατώτατη ηλικία αυτή των οκτώ ετών και ως ανώτατη των είκοσι. Μεταγενέστερα οθωμανικά έγγραφα, του 17ου αιώνα, συγκεκριμενοποιούν τα όρια μεταξύ 15-20 ετών.
Το νέο στρατιωτικό σώμα (Yeni Çeri=νέος στρατός) δημιουργήθηκε από εφήβους χριστιανούς αιχμαλώτους και απετέλεσε μεγάλη μάστιγα για τους χριστιανικούς πληθυσμούς. Οι στρατολογούμενοι ονομάζονταν ατζέμ ογλάν (άπειροι νέοι). Το στρατιωτικό σώμα των γενίτσαρων ιδρύθηκε από το σουλτάνο Ορχάν (1327-1360). Στην αρχή στα επίλεκτα εκείνα σώματα κατατάσσονταν μόνο παιδιά αιχμαλώτων χριστιανών που τα εξισλάμιζαν.
Οι γονείς των υποψήφιων γενίτσαρων απειλούνταν με θάνατο εάν αρνούνταν να παραδώσουν τα παιδιά τους. Το φιρμάνι που εκδόθηκε το 1601 από το σουλτάνο Μεχμέτ Γ’ όριζε χαρακτηριστικά: «Όταν τις εκ των απίστων γονέων ή άλλος αντιστή εις την παράδοσιν του γενιτσάρου υιού του, θα απαγχονίζεται ευθύς εις το ανώφλιον της θύρας του, του αίματός του θεωρουμένου άνευ αξίας».
Οι γενίτσαροι αποκόπτονταν εντελώς από τους γονείς τους, ενώ δε μπορούσαν να δημιουργήσουν δική τους οικογένεια, εφόσον ο γάμος ήταν απαγορευμένος σ’ αυτούς. Μοναδικό τους σπίτι ήταν ο στρατώνας, μοναδικό τους επάγγελμα, τα όπλα.
Ο βυζαντινός ιστορικός Λαόνικος Χαλκοκονδύλης (Αποδείξεις Ιστοριών 10, εκδ. Βόννης 1843, σελ. 228), αναφερόμενος στη σύλληψη των Χριστιανών αιχμαλώτων, στον εκτουρκισμό και εξισλαμισμό τους, καθώς και στην κατάταξή τους στο σώμα των γενιτσάρων κατά τη χρονική περίοδο 1421-1423, λέει τα ακόλουθα:
«… παίδας λαβών αιχμαλώτους όσους αν τύχη ανδραποδισάμενος κατατίθεται ες την Ασίαν παρά τοις Τούρκοις, ώστε την φωνήν εκμαθείν ένα έκαστον. Και επί δύο ή και τρία έτη διαγενόμενοι την τε γλώτταν εκμανθάνουσι, και συνιέντες της φωνής, όσα αν δυνηθώσιν, αύθις συλλέγει αφ’ ων κατέθετο ες δισχιλίους και πλείους τούτων. Άγει δ’ αυτούς ξύμπαντας ες την Καλλίπολιν, και καθίστησιν αυτούς ες τα πλοία, ναυτίζεσθαί τε και διαπορθμεύειν ες την Ασίαν από της Ευρώπης …».
Η στρατιωτική δύναμη του σώματος των γενιτσάρων δεν ήταν πάντοτε ίδια. Στην αρχή αποτελούνταν μόνο από χίλιους άνδρες και αποτελούσε τη σωματοφυλακή των σουλτάνων. Αργότερα η δύναμη αυξήθηκε σημαντικά. Στα χρόνια του Μουράτ Β’ (1421-1451) ήταν 13.000 περίπου, επί Μουράτ Γ’ (1573-1595) ήταν 48.000, επί Μουσταφά Β’ (1695-1702) ήταν 70.000, επί Αχμέτ Γ’ (1702-1730) έφτασε τις 80.000, επί Σελήμ Γ’ (1789-1807) τις 110.000. Λίγο πριν καταργηθεί από το σουλτάνο Μαχμούτ Β’ το 1826, το σώμα τον γενίτσαρων ανέρχονταν σε 140.000 στρατιώτες.
Στα Βαλκάνια και ειδικότερα στην περιοχή της Φιλιππούπολης πολλοί στρατολογημένοι γενίτσαροι προέρχονταν από την αίρεση των Βογομίλων. Οι Βογόμιλοι ήταν Παυλικιανοί αιρετικοί που εμφανίζονται ως ιδιαίτερα δεκτικοί στην αφομοίωσή τους από το Ισλάμ, εφόσον είχαν αποστασιοποιηθεί από τον ορθόδοξο χριστιανισμό. Μετά την κατάληψη της Καλλίπολης (1354) οι μπεκτασήδες που εγκαταστάθηκαν στα βαλκανικά εδάφη συνετέλεσαν στον εξισλαμισμό των Βογομίλων.
Εικόνα: Γενίτσαροι στη Θεσσαλονίκη
Οργάνωση των γενίτσαρων
Ως προς την οργάνωση των γενιτσαρικών σωμάτων, το (πρώτο) σώμα ήταν των νεοσυλλέκτων, το λεγόμενο "Ατζαμί οτζαγί", όπου μετά την κατ΄ άτομο ορκωμοσία εισέρχονταν στο τάγμα των Γενιτσάρων, το λεγόμενο "Γενίτσερι οτζαγί", που αποτελούνταν αρχικά από 1000 Γενίτσαρους. Ήταν οργανωμένοι σε 10 λόχους (μπελούκ), που καθένας περιελάμβανε 100 Γενίτσαρους. Διοικητής του κάθε λόχου ήταν ο γιαγάμπαση (διοικητής πεζικού). Κάθε λόχος επιτελούσε ειδική εργασία που λεγόταν "ορτά" ή "τζεμαάτ". Πολύ σύντομα οι λόχοι ορτάδων αυξήθηκαν ραγδαία. Παράλληλα υπήρχε και άλλη στρατιωτική οργάνωση, η λεγόμενη "Σεκμπάν Μπουλουκλερί", με 34 λόχους πεζικού και ένα λόχο ιππικού. Τελικά με την αύξηση του αριθμού των Γενιτσάρων δημιουργήθηκε ακόμη μία στρατιωτική δύναμη, που ονομάζονταν "Αγά Μπουλουκλερί", με συνολική δύναμη 62 λόχων.
Ο γενικός διοικητής όλων των μονάδων των Γενιτσάρων ήταν υπεύθυνος για τη στρατολόγηση των "ατζαμί ογλάν", την εκπαίδευσή τους, τη συνεχή εκπαίδευση όλων των ταγμάτων, την ασφάλειά κατά τις μετακινήσεις τους, τη στρατιωτική τακτική, καθώς και για όλα τα θέματα διοικητικής μέριμνας, (τροφοδοσίας, διανομής λαφύρων, πληρωμών κ.λπ).
Το παιδομάζωμα
Οι πηγές του 16ου και 17ου αιώνα μας δίνουν σημαντικές πληροφορίες για το παιδομάζωμα (devşirme), ένα θεσμό που αποσκοπούσε στην εξυπηρέτηση των στρατιωτικών αναγκών του οθωμανικού κράτους, είχε ως συνέπεια τον εξισλαμισμό των νέων που στρατολογούνταν.
Μετά τη βασιλεία του Μουράτ (1360-1383) εφαρμόστηκε το παιδομάζωμα, δηλαδή η βίαιη αρπαγή των αρσενικών παιδιών από τις οικογένειες των χριστιανών υπηκόων (ραγιάδων) των ευρωπαϊκών μόνο επαρχιών. Το παιδομάζωμα συστηματοποιήθηκε από τους σουλτάνους Σελίμ Α’ (1512-1520) και Σουλεϊμάν Α’ (1520-1566). Από τότε γίνονταν κάθε πέντε χρόνια και ύστερα κάθε διετία, μερικές φορές και κάθε χρόνο ανάλογα με τις στρατιωτικές ανάγκες, στη βάση τακτικών ληξιαρχικών καταλόγων που συντάσσονταν από τους δημογέροντες των χριστιανικών κοινοτήτων. Το 15ο αιώνα εξαιρέθηκαν από το παιδομάζωμα οι Εβραίοι και οι Αρμένιοι, ενώ οι Ορθόδοξοι χριστιανοί ήταν αυτοί που πλήρωσαν βαρύ φόρο αίματος. Από τους χριστιανούς απαλλάσσονταν μόνο οι κάτοικοι της Κωνσταντινούπολης και της Ρόδου.
Κάθε φορά που διατάσσονταν παιδομάζωμα, γενίτσαροι βαθμούχοι, οι λεγόμενοι τουρνατζήμπασοι πήγαιναν στις χριστιανικές κοινότητες και διάλεγαν το 1/5 των παιδιών ηλικίας 6-10 ετών, τα πιο υγιή και εύρωστα. Τα παιδιά αυτά εξισλαμίζονταν, ενώ τα ωραιότερα και ευφυέστερα από αυτά δίνονταν στη σουλτανική αυλή, όπου βαθμηδόν πολλοί από αυτούς έφταναν σε ανώτατα κρατικά αξιώματα. Οι υπόλοιποι προορίζονταν για το στρατό και το στόλο, όπου αποτελούσαν την τάξη των ατζαμί-ογλάν. Τους ανέθρεφαν σε ειδικούς στρατώνες, όπου διδάσκονταν τη θρησκεία του Μωάμεθ, ασκούνταν στη σκληραγωγία και την αυστηρή πειθαρχία.
Η συντριβή των συγγενών των θυμάτων του παιδομαζώματος ήταν ανείπωτη. Αυτό καταγράφεται με τρόπο τραγικό στο ακόλουθο δημοτικό τραγούδι της Ηπείρου:
Ανάθεμά σε, βασιλιά, και τρις ανάθεμά σε,
με το κακό οπόκαμες, και το κακό που κάνεις.
Στέλνεις, δένεις τους γέροντας, τους πρώτους τους παπάδες
να μάσης παιδομάζωμα, να κάμης γενιτσάρους.
Κλαίν' οι γοναίοι τα παιδιά, κ' οι αδελφές τ' αδέλφια,
κλαίγω κ' εγώ και καίγομαι και όσο θα ζω θα κλαίγω.
Πέρσι πήραν τον γιόκα μου, φέτο τον αδελφό μου.
Σύμφωνα με τουρκική πηγή του τέλος του 16ου αιώνα, 200.000 παιδιά χριστιανών ήταν ήδη θύματα του παιδομαζώματος, χωρίς να υπολογίζονται σε αυτά οι αιχμάλωτοι πολέμου.
Βέβαια, σε πολλές περιπτώσεις οι εξισλαμισμοί ήταν επιφανειακοί, ενώ πολλοί παρέμεναν κρυπτοχριστιανοί. Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση των χριστιανών στη Νίκαια της Βιθυνίας, οι οποίοι, μετά την άλωσή της το 1331, ασπάστηκαν εξωτερικά το μωαμεθανισμό ενώ κρυφά τελούσαν τα χριστιανικά τους καθήκοντα. Πολλοί ατζέμ ογλάν και γενίτσαροι διαφύλαξαν στη μνήμη τους την καταγωγή και τη χριστιανική τους συνείδηση. Το 1491 ο Ιανός Λάσκαρης σημειώνει ότι μεταξύ των γενίτσαρων της Κωνσταντινούπολης υπήρχαν πολλοί που διατηρούσαν ισχυρή ανάμνηση της προέλευσής τους και ευνοούσαν τους πρώην ομόθρησκούς τους.
Κρυπτοχριστιανούς συναντάμε σε όλη τη Μικρά Ασία, την Καππαδοκία, τον Πόντο, αλλά και στην περίπτωση των Πομάκων της Θράκης, πολλοί από τους οποίους διατήρησαν τα ιερά σύμβολα της χριστιανικής πίστης τους (σταυρούς, άμφια, δισκοπότηρα, εικόνες) σε κρυμμένα σεντούκια, ενώ συνέχισαν τις χριστιανικές τους παραδόσεις (σταύρωμα του ψωμιού, εορτασμός του Αγίου Γεωργίου κ.λπ). Όπως σημειώνει ο ιστορικός Απόστολος Βακαλόπουλος: «Ο κρυπτοχριστιανισμός, η ψυχρή αυτή για τον καθένα μας λέξη, αντιπροσωπεύει ένα μεγάλο δράμα, μια σκληρή ολοζώντανη πραγματικότητα ως τα τελευταία χρόνια. Την θυμούνται ακόμη και έχουν να διηγηθούν πολλές και συγκινητικές ιστορίες οι Έλληνες ιδίως πρόσφυγες από την Μ. Ασία».
Χριστιανοί νεομάρτυρες
Η άρνηση των χριστιανών να υποταχτούν στον Οθωμανό κατακτητή εκδηλώθηκε σε πάμπολλες περιπτώσεις με τις θυσίες των νεομαρτύρων. Όμως, τι εννοούμε με τον όρο «νεομάρτυρες»; Εννοούμε τους νεώτερους αγωνιστές της χριστιανικής πίστης που με τη θυσία τους έδωσαν μαρτυρία πίστης, υπέστησαν κάθε λογής «μαρτύρια» (θάνατο, βασανιστήρια, συχνά μάλιστα ιδιαιτέρως φρικιαστικά) στην προσπάθεια των διωκτών τους να τους κάνουν ν’ αλλάξουν πίστη.
Η εποχή της Τουρκοκρατίας για τον ελληνικό χώρο είναι γεμάτη νεομάρτυρες. Από το Δούναβη και τον Πόντο μέχρι την Κύπρο και την Παλαιστίνη, από την Άγκυρα μέχρι τη Ζάκυνθο, οι νεομάρτυρες βασανίστηκαν πρώτα με απίστευτη αγριότητα (για να αλλάξουν πίστη) και τελικά αποκεφαλίστηκαν ή απαγχονίστηκαν ή ανασκολοπίστηκαν («σουβλίστηκαν») ή γδάρθηκαν ζωντανοί ή κρεμάστηκαν στα τσιγκέλια (πάνω στα οποία τους έριχναν και τους άφηναν καρφωμένους μέρες, ώσπου να ξεψυχήσουν) ή κάηκαν ζωντανοί.
Ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης στο βιβλίο του «Νέον Μαρτυρολόγιον», που εκδόθηκε το 1799 καταγράφει τα μαρτύρια 87 νεομαρτύρων της Ορθόδοξης Εκκλησίας, που μαρτύρησαν από το 1330 έως το 1796.
Ανάμεσα στους εκατοντάδες νεομάρτυρες αναφέρουμε ενδεικτικά: τον άγιο Εφραίμ το μεγαλομάρτυρα στη Ν.Μάκρη Αττικής (+ 1426), τον άγιο Ιωάννη στο Ασπρόκαστρο (μαρτύρησε το 1492), τον Μιχαήλ Μαυρουδή από τα Άγραφα (+ 1544), τον όσιο Νικόδημο από τα Μετέωρα (+ 1551), τον οσιομάρτυρα Δαμιανό εξ Αγράφων (+ 1568), την αγία Φιλοθέη την Αθηναία (+ 1589), τον αρχιεπίσκοπο Φαναρίου Σεραφείμ (+ 1601), τον εθνομάρτυρα επίσκοπο Λαρίσης Διονύσιο το «Σκυλόσοφο» (+ 1611), το νεομάρτυρα Νικόλαο εκ Μετσόβου (+ 1617), το νεομάρτυρα Θεόφιλο που μαρτύρησε στη Χίο (+ 1635), τον άγιο Αναστάσιο από το Ναύπλιο (+ 1655), τον πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Παρθένιο (μαρτύρησε το 1657), τον πατριάρχη Γαβριήλ Β’ (+ 1659), τον άγιο Σταμάτιο από τον Άγιο Γεώργιο Βόλου (+ 1680), τον άγιο Ηλία Αρντούνη στην Καλαμάτα (+ 1686), τον άγιο Ρωμανό το μοναχό (+ 1694), το νεομάρτυρα Κυπριανό, που μαρτύρησε στην Κωνσταντινούπολη (+ 1679), τον άγιο Αθανάσιο στη Σμύρνη (+ 1700), τον άγιο Νικήτα από τη Νίσυρο που μαρτύρησε στη Χίο (+ 1732), τον άγιο Αναστάσιο τον ιερέα (+ 1743), την αγία Κυράννα (+ 1751), τον άγιο Γεώργιο στην Πτολεμαΐδα (+ 1752), τον άγιο Νικόλαο το Νέο στη Χίο (+ 1754), την αγία Ακυλίνα στη Θεσσαλονίκη (+ 1764), τον άγιο Μιχαήλ Πακνανά, τον κηπουρό στην Αθήνα (+ 1771), το νεομάρτυρα Αθανάσιο τον Κουλακιώτη (+1774), τον άγιο Μύρωνα στο Ηράκλειο Κρήτης (+ 1793), τον άγιο Ζαχαρία στην Πάτρα (+1782), τον άγιο Δημήτριο στο Γαλατά της Κωνσταντινούπολης (+ 1784), το νεομάρτυρα Νικόλαο που μαρτύρησε στη Μαγνησία της Μ. Ασίας (+ 1796), τον άγιο Κωνσταντίνο τον «εξ Αγαρηνών» (+1819), τον άγιο Γεώργιο στα Ιωάννινα (+ 1838), και εκατοντάδες άλλους.
Οι σφαγές τόσων χριστιανών από τους Τούρκους πότισαν με αίμα τα ελληνικά χώματα και έθρεψαν το δέντρο της ελευθερίας που δε θα αργούσε να έρθει.
Εικόνα: Βασανιστήρια Χριστιανών από τους Τούρκους
Η αντίσταση του ελληνισμού
Ανάμεσα στους μάρτυρες της ελευθερίας του ελληνικού έθνους δεν πρέπει να παραλείψουμε να μνημονεύσουμε το μεγάλο διδάσκαλο του γένους και άγιο των σκλαβωμένων Ελλήνων, τον πατρο-Κοσμά τον Αιτωλό, που απαγχονίστηκε το 1779. Ήταν αυτός που κυριολεκτικά όργωσε ολόκληρη την Ελλάδα κτίζοντας σχολειά κι εκκλησιές και διδάσκοντας στους ραγιάδες τον αγώνα και την αντίσταση με τα παρακάτω λόγια:
«Το κορμί σας ας το καύσουν, ας το τηγανίσουν. Τα πράγματά σας ας τα πάρουν, μη σας μέλλει. Δώσατέ τα. Δεν είναι δικά σας. Ψυχή και Χριστός σας χρειάζονται. Αυτά τα δύο όλος ο κόσμος να πέσει δεν ημπορεί να σας τα πάρει, εκτός και τα δώσετε με το θέλημά σας. Αυτά τα δύο να τα φυλάττετε να μην τα χάσετε»..
Κλείνοντας, συνοψίζουμε ότι η προέλαση των Οθωμανών στα Βαλκάνια συνοδεύτηκε με σφαγές χριστιανών, βίαιους εξισλαμισμούς, αρπαγές παιδιών, αβάσταχτα φορολογικά βάρη. Οι μαζικοί εξισλαμισμοί που επέβαλαν οι Τούρκοι προκάλεσαν σοβαρή αιμορραγία στους χριστιανικούς πληθυσμούς. Ο θεσμός της υποχρεωτικής στρατολόγησης λειτούργησε ως μέθοδος αποδυνάμωσης και τρομοκράτησης των χριστιανών, ενώ το παιδομάζωμα ενίσχυσε στρατιωτικά τον οθωμανικό επεκτατισμό.
Απέναντι στην τουρκική βία και βαρβαρότητα, οι Έλληνες χριστιανοί αντιστάθηκαν, διαφυλάσσοντας τη γλώσσα, τις παραδόσεις τους και την πίστη τους στο Χριστό. Αντιμέτωποι με τους διωγμούς των Τούρκων, οι Έλληνες συσπειρώθηκαν γύρω από την ορθοδοξία, καθώς για τους χριστιανούς η ορθόδοξη πίστη δεν αποτελούσε απλώς μία θρησκεία αλλά κάτι πολύ περισσότερο: στις καρδιές των υπόδουλων ελλήνων η ορθοδοξία ταυτίζονταν με την εθνική τους συνείδηση, την ιστορία τους, την ίδια τους την ύπαρξη.
Αυτή η αντίστασή των Ελλήνων ήταν που προετοίμασε το έδαφος για την επανάσταση του 1821 και την απελευθέρωση από την τυραννία των Τούρκων. Κι αυτό το μήνυμα της αντίστασης μας κληροδότησαν οι αγωνιστές αυτοί της ελευθερίας μέχρι σήμερα.
Νικόλαος Θ. Κόκκας
Πρώτη δημοσίευση: Αγώνας 17/2/2011
Πηγή: Ιστολόγιο Πομακοχώρια
3 σχόλια:
Η Επιτροπή Δικαιωμάτων ΣΥΡΙΖΑ επισημαίνει με ανησυχία το γεγονός ότι ο Άρειος Πάγος απέρριψε την αίτηση της Τουρκικής Ένωσης Ξάνθης για την αναγνώριση της ως νόμιμου σωματείου παρά την δικαίωσή της από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, με αποτέλεσμα να διαιωνίζεται άδικα και παράλογα η παραβίαση του στοιχειώδους συλλογικού δικαιώματος ελεύθερης ίδρυσης συλλόγων που προστατεύεται ρητά τόσο από το Σύνταγμα της Ελλάδας όσο και από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
http://www.xanthipress.gr/
το σχόλιο του από πάνω ανώνυμου
σχετίζεται με την παρούσα ανάρτηση μέσω του όρου "γενίτσαροι";!!
Ακριβώς, στον όρο "γενίτσαροι" αναφέρομαι.
Δημοσίευση σχολίου
Δεν επιτρέπονται σχόλια που συκοφαντούν κάποιο πρόσωπο, που περιέχουν υβριστικούς χαρακτηρισμούς κλπ.
Προσωρινά ενεργοποιήθηκε η προ-έγκριση επειδή υπήρξαν κρούσματα προσβλητικής συμπεριφοράς και οφείλουμε να διαφυλάξουμε την αξιοπρέπεια του ιστολογίου μας.
Για τον ίδιο λόγο λόγο ενεργοποιήσαμε να σχολιάζουμε μόνον όσοι έχουν προφίλ.
Γράψτε το σχόλιό σας και απλά περιμένετε λίγες ώρες μέχρι να το δείτε δημοσιευμένο.
Σχόλιο που τηρούν στοιχειώδη κανόνες ευπρέπειας είναι αυτονόητο ότι αποτελούν αφορμή διαλόγου και ουδέποτε θα λογοκριθούν.
Ανώνυμα σχόλια που επαναλαμβάνουν συνεχώς τα ίδια χωρίς να προσθέτουν κάτι στην συζήτηση ενδέχεται να διαγραφούν για την διαφύλαξη της ποιότητας. Τα σχόλια δεν είναι πεδίο στείρας αντιπαράθεσης αλλά προβληματισμού και γόνιμου διαλόγου.